ΑΓΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ Ο ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού
Αγίους της Εκκλησίας μας συναντάμε σε όλους τους λαούς και όλες τις φυλές, διότι ο Σωτήρας και Λυτρωτής μας Χριστός ήρθε στον κόσμο για να σώσει ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Ακόμα και οι βάρβαρες φυλές ανάδειξαν αγίους. Ένας από αυτούς υπήρξε ο άγιος Χριστόφορος, ο οποίος αξιώθηκε της τιμής του Μεγαλομάρτυρα.
Καταγόταν από κάποια άγνωστη σε μας ημιβάρβαρη φυλή και το όνομά του ήταν Ρεμπρόβος, που σημαίνει απόβλητος, αποδοκιμασμένος, αδόκιμος, κολασμένος. Έζησε, κατά πάσα πιθανότητα τον 3ο μ. Χ. αιώνα, στα χρόνια που αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν Δέκιος (249 - 251), ο γνωστός θρησκομανής, αιμοβόρος και θανάσιμος εχθρός των Χριστιανών, στην βασιλεία του οποίου εγέρθηκε ένας από τους πιο σκληρούς διωγμούς και που βρήκαν τραγικό θάνατο μυριάδες Μάρτυρες της Εκκλησίας μας. Την ίδια χρονική περίοδο ήταν Επίσκοπος στην Αντιόχεια ο άγιος Ιερομάρτυρας Βαβύλας.
Στο ιερό συναξάρι του αναφέρεται πως ήταν σωματώδης και τρομερά δύσμορφος, τόσο που έμοιαζε το πρόσωπό του με σκύλο και γι’ αυτό τον αποκαλούσαν «κυνοπρόσωπο». Παρ’ όλη όμως την βαρβαρική του καταγωγή ήταν άνθρωπος αγαθών διαθέσεων. Σε κάποια μάχη που διεξήγαγε η χώρα του με τα ρωμαϊκά στρατεύματα είχε πιαστεί αιχμάλωτος και παρέμεινε στον ρωμαϊκό στρατό ως μισθοφόρος. Μάλιστα πολέμησε γενναία κατά των Περσών επί Γορδίου και Φιλίππου.
Προφανώς από στρατιώτες Χριστιανούς πληροφορήθηκε για το Χριστό και ενθουσιάστηκε από την χριστιανική πίστη. Και ενώ ήταν κατηχούμενος, αποφάσισε να κάνει κάτι καλό για να ευχαριστήσει το Χριστό. Εγκαταστάθηκε κοντά σε πέρασμα κάποιου ορμητικού και επικίνδυνου ποταμού για να περνά τους διαβάτες στους δυνατούς ώμους του, δωρεάν. Ας σημειωθεί πως παλιά, που δεν υπήρχαν γέφυρες, αναλάμβαναν το πέρασμά τους επαγγελματίες περάτηδες, με αμοιβή.
Μια ημέρα του παρουσιάστηκε ένα παιδί και τον παρακάλεσε να τον περάσει στην αντίπερα όχθη του ποταμού. Ο Ρεμπρόβος δέχτηκε με χαρά και το έθεσε στους ώμους του και με τη βοήθεια της ράβδου του μπήκε στο ορμητικό ρεύμα του ποταμού. Όμως διαπίστωσε πως όσο προχωρούσε το παιδί βάραινε όλο και περισσότερο, ώστε με πολύ δυσκολία έφτασε στην απέναντι όχθη. Όταν το κατέβασε από τους ώμους του του είπε πως και όλον τον κόσμο να είχε στην πλάτη του θα ήταν ελαφρύτερος από εκείνο. Το παιδί του απάντησε: «Μην απορείς για το βάρος μου, δεν σήκωσες μόνο όλο τον κόσμο, αλλά και τον Πλάστη του κόσμου. Είμαι Εκείνος που τέθηκες στην υπηρεσία Του. Για να πειστείς στα λόγια μου, φύτεψε το ραβδί σου και αυτό αύριο θα βλαστήσει». Αμέσως εξαφανίστηκε.
Ο Ρεμπρόβος σάστισε από το γεγονός αυτό και υπακούοντας στην προτροπή του, φύτεψε την ξερή ράβδο του και εκείνη όντως βλάστησε! Αμέσως παράτησε την στρατιωτική καριέρα και έφυγε για την Αντιόχεια, για να λάβει το Άγιο Βάπτισμα. Συνάντησε τον σεβάσμιο Επίσκοπο άγιο Βαβύλα, ο οποίος τον κατήχησε, τον βάπτισε και τον ονόμασε Χριστόφορο, από το θαυμαστό γεγονός, ότι αξιώθηκε να μεταφέρει στους ώμους το Χριστό. Αλλά την ώρα του Αγίου Βαπτίσματος έγινε και άλλο μεγάλο θαύμα. Αγγίζοντάς τον η θεία χάρις, δεν μεταμόρφωσε μόνον την ψυχή του, αλλά και το σώμα του. Η δύσμορφη μορφή του μεταμορφώθηκε σε φωτεινή και αγγελική. Μεταμορφώθηκε σε έναν λαμπρό, όμορφο και ρωμαλέο νέο.
Η μεταστροφή του στο Χριστό συνέπεσε με την κήρυξη, όπως προαναφέραμε, του τρομερού διωγμού κατά των Χριστιανών από τον Δέκιο. Τα αδίστακτα και σκοταδιστικά ιερατεία είχαν πείσει τον θρησκομανή αυτοκράτορα πως η τόνωση της
κρατικής ειδωλολατρικής θρησκείας θα επανέφερε και πάλι το αρχαίο μεγαλείο της Ρώμης. Πως έπρεπε να εκλείψει ο Χριστιανισμός, ο οποίος ήταν για το ρωμαϊκό κράτος «απαγορευμένη λατρεία», αυτό απαιτούσαν οι «θεοί». Τα δαιμόνια, που λατρεύονταν ως «θεοί» (Ψαλμ.95,5) στην ειδωλολατρική θρησκεία, απαιτούσαν την εξαφάνιση της Εκκλησίας, διότι η χάρις του αληθινού Θεού, τους εμπόδιζε να παρασέρνουν τους ανθρώπους στην απώλεια. Η διαταγή προέβλεπε πως όλοι οι υπήκοοι ήταν υποχρεωμένοι να θυσιάσουν δημόσια στους «θεούς». Στην αντίθετη περίπτωση θα συλλαμβάνονταν, θα βασανίζονταν και θα θανατωνόταν αν δεν υπάκουαν στην αυτοκρατορική διαταγή. Χιλιάδες Χριστιανοί συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν σε φρικτά βασανιστήρια και έχαναν τη ζωή τους.
Ο Χριστόφορος έβλεπε με λύπη και αγανάκτηση τις βίαιες συλλήψεις και τις κακοποιήσεις των Χριστιανών από τους ειδωλολάτρες και χάρις στο γιγαντιαίο παράστημά του και την ηράκλεια δύναμή του επενέβαινε βίαια και τους απελευθέρωνε. Για τις πράξεις του αυτές καταγγέλθηκε στις αρχές και συνελήφθη από απόσπασμα διακοσίων στρατιωτών. Επειδή ήταν πεινασμένοι, του ζήτησαν φαγητό, με αντάλλαγμα τη μη κακοποίησή του. Όμως είχε ένα μικρό τεμάχιο ψωμιού. Τότε ο άγιος γονάτισε προσευχήθηκε και το ψωμί πολλαπλασιάστηκε, ώστε να χορτάσουν όλοι οι στρατιώτες! Βλέποντας το θαύμα τον παρακάλεσαν να τους μιλήσει για το Θεό του. Έτσι τους κατήχησε και τους οδήγησε στον άγιο Βαβύλα, για να βαπτιστούν.
Ο Δέκιος πληροφορήθηκε το συμβάν με τους στρατιώτες και διέταξε τον αποκεφαλισμό τους, τον δε Χριστόφορο προσπάθησε με κολακείες να τον μεταστρέψει στην ειδωλολατρία. Μετά την άρνησή του, έστειλε δύο διεφθαρμένες γυναίκες, την Ακυλίνα και την Καλλινίκη, να τον παρασύρουν στην ακολασία με τα θέλγητρά τους. Άλλωστε ο διάβολος μεταχειρίζεται τέτοια τεχνάσματα για να παρασύρει τους ανθρώπους στην αμαρτία και την απώλεια. Ο Χριστόφορος, όχι μόνον δεν ενέδωσε στην αμαρτία, αλλά κατόρθωσε να τις κατηχήσει και να τις κάνει Χριστιανές, οι οποίες βρήκαν μαρτυρικό θάνατο.
Μετά από αυτό ο άγιος υποβλήθηκε σε φρικτά και απάνθρωπα βασανιστήρια, τα οποία υπόμεινε με πρωτοφανή ηρωισμό. Στο τέλος θανατώθηκε διά αποκεφαλισμού το έτος 251. Η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Μαΐου και θεωρείται ο προστάτης των οδηγών.