Ἁγίου
Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
«Τελευτήσαντος δὲ τοῦ Ἡρῴδου ἰδοὺ ἄγγελος
Κυρίου κατ᾿ ὄναρ φαίνεται τῷ Ἰωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ. λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ
παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ πορεύου εἰς γῆν Ἰσραήλ· τεθνήκασι γὰρ οἱ ζητοῦντες
τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου (:Όταν
πέθανε λοιπόν ο Ηρώδης, ιδού ένας άγγελος Κυρίου φάνηκε στον Ιωσήφ σε όνειρο
στην Αίγυπτο και του είπε: "Σήκω και πάρε το παιδί και τη μητέρα του και
πήγαινε με την ησυχία σου στη χώρα των Ισραηλιτών· διότι έχουν πεθάνει πλέον
εκείνοι που ζητούσαν να πάρουν τη ζωή του παιδιού"» [Ματθ. 2,19]. Δεν λέγει: «Φεύγε», αλλά «πορεύου».
Είδες πάλι μετά τον πειρασμό την άνεση και
μετά την άνεση τον κίνδυνο πάλι; Διότι ελευθερώθηκε μεν από την ανάγκη του
εκπατρισμού, και επέστρεψε πάλι στην πατρική του γη και είδε να έχει πεθάνει ο
φονιάς των παιδιών, όταν όμως επανήλθε στην πατρίδα του, βρίσκει εκεί υπόλοιπα
των παλαιών κινδύνων· βρήκε να ζει δηλαδή εκεί και να έχει το βασιλικό αξίωμα ο
υιός του τυράννου. Και γιατί τώρα βασίλευε στην Ιουδαία ο Αρχέλαος [:ο
Αρχέλαος, αποδείχτηκε σκληρότερος από τον πατέρα του, από τον οποίο και ο φόβος
του Ιωσήφ να εγκατασταθεί στην περιοχή του. Καταγγέλθηκε στη Ρώμη για τη
σκληρότητά του, εξορίστηκε έπειτα από εννέα ετών ηγεμονία και πέθανε στη Βιέννη],
ενώ ηγεμόνας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος; Ήταν πρόσφατος ο θάνατος του Ηρώδη και δεν
είχε ακόμη διαμοιραστεί και διαιρεθεί σε πολλά μέρη η βασιλεία. Επειδή πριν
λίγο μόλις καιρό είχε πεθάνει ο Ηρώδης ο Μέγας, είχε τώρα την εξουσία ο υιός
στη θέση του πατρός του. Είχε βέβαια και αδελφό ο Ηρώδης ο Μέγας με το ίδιο
όνομα, γι’ αυτό ο Ευαγγελιστής προς διάκρισή τους πρόσθεσε: «ἀντὶ
Ἡρῴδου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ (:βασίλευε
ο Αρχέλαος στη θέση του πατέρα του
του Ηρώδη)». Αν όμως ο Ιωσήφ
φοβόταν να έλθει στην Ιουδαία εξαιτίας του Αρχέλαου, έπρεπε να φοβηθεί και στη
Γαλιλαία εξαιτίας του νέου Ηρώδη [:πρόκειται για τον Ηρώδη τον Αντίπα, υιό του
Μεγάλου Ηρώδη, τετράρχη της Γαλιλαίας και της Περσίας]. Αφού όμως άλλαξε το
μέρος της εγκατάστασής τους και πήγε στη Ναζαρέτ, δημιουργούνταν κάποια σύγχυση και
συσκότιση· διότι η μανία όλη και η προσοχή είχε στραφεί κατά της Βηθλεέμ
και των περιχώρων της. Αφού είχε λοιπόν εκτελεστεί η σφαγή όλων των παιδιών που
είχαν την επίφοβη ηλικία, νόμιζε ο νεαρός Αρχέλαος ότι είχε συντελεστεί το παν
και ότι ανάμεσα στα πολλά παιδιά είχε φονευθεί και το παιδί που ζητούσαν. Αφού εξάλλου είχε δει και το κακό τέλος του
πατέρα του, έγινε διστακτικότερος στο να προχωρήσει περισσότερο και να τον
συναγωνιστεί στην παρανομία.
Έρχεται λοιπόν ο Ιωσήφ στη Ναζαρέτ και
αποφεύγει έτσι τον κίνδυνο, ενώ συγχρόνως εγκαθίσταται στην ιδιαίτερη πατρίδα
του. Για περισσότερη ενθάρρυνσή του λαμβάνει και τη σχετική με αυτό πληροφορία
του αγγέλου. Ο Λουκάς βέβαια δεν αναφέρει ότι ήλθε εκεί έπειτα από υπόδειξη του
αγγέλου αλλά ότι αφού εκπλήρωσαν όλοι τον απαιτούμενο καθαρισμό, επέστρεψαν στη
Ναζαρέτ [Λουκ. 2,39]: «Καὶ ὡς ἐτέλεσαν ἅπαντα τὰ κατὰ τὸν νόμον
Κυρίου, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἰς τὴν πόλιν ἑαυτῶν Ναζαρέτ (:και όταν ο Ιωσήφ και η Μαρία τελείωσαν όλα
όσα ο νόμος του Κυρίου όριζε για τον καθαρισμό και την αφιέρωση του παιδιού,
γύρισαν πίσω στη Γαλιλαία, στην πατρίδα τους τη Ναζαρέτ)». Τι μπορούμε να πούμε; Ότι ο Λουκάς αναφέρεται στο χρόνο προ της καθόδου στην Αίγυπτο. Δεν ήταν δυνατό να τους οδηγήσει ο Ιωσήφ
εκεί προ του καθαρμού, για να μην διαπραχθεί παράβαση του μωσαϊκού νόμου.
Περίμενε να γίνει ο καθαρμός για να έλθει στη Ναζαρέτ και τότε μόνο να μεταβούν
στην Αίγυπτο. Και αφού επανήλθαν από την Αίγυπτο, τους δίνει εντολή να έλθουν
στη Ναζαρέτ. Πριν από το γεγονός αυτό δεν είχαν λάβει τον χρηματισμό στο όνειρό
τους να μεταβούν εκεί, αλλά με την εγκατάστασή τους στην πατρίδα τους το
πραγματοποιούσαν τούτο από μόνοι τους. Επειδή
δηλαδή δεν είχαν μεταβεί στη Βηθλεέμ παρά για την απογραφή μόνο, και επειδή δεν
είχαν πού να μείνουν, αφού ολοκλήρωσαν τον σκοπό για τον οποίο είχαν ανέλθει,
επέστρεψαν στη Ναζαρέτ. Για τον λόγο αυτόν και ο άγγελος προς καθησυχασμό,
τούς αποδίδει στην πατρίδα τους. Και δεν το εκτελεί και τούτο απλώς και τυχαία,
αλλά το συνοδεύει με την προφητεία· διότι λέγει ο ευαγγελιστής: «ὅπως
πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται(:για να πραγματοποιηθεί έτσι εκείνο που
είπαν οι προφήτες, ότι ο Ιησούς θα ονομαστεί περιφρονητικά από τους εχθρούς του
Ναζωραίος)» [Ματθ. 2,23].
Ποιος προφήτης είπε την προφητεία αυτήν; Μην
είσαι περίεργος και μη λεπτολογείς, διότι πολλά
προφητικά βιβλία έχουν εξαφανιστεί. Και αυτό δύναται να το συμπεράνει κανείς
από τη διήγηση των ιστορικών βιβλίων των «Παραλειπομένων». Πραγματικά, καθώς οι Ιουδαίοι ήσαν
αδιάφοροι και διαρκώς περιέπιπταν στην ασέβεια, άλλα από τα βιβλία τα άφηναν να
χάνονται και άλλα τα έκαιγαν και τα έσχιζαν οι ίδιοι. Και την καύση των
βιβλίων τη διηγείται ο Ιερεμίας [Ιερ. 43,23-24: «καὶ ἐγενήθη ἀναγινώσκοντος Ἰουδὶν
τρεῖς σελίδας καὶ τέσσαρας, ἀπέτεμεν αὐτὰς τῷ ξυρῷ τοῦ γραμματέως καὶ ἔῤῥιπτεν
εἰς τὸ πῦρ τὸ ἐπὶ τῆς ἐσχάρας, ἕως ἐξέλιπε πᾶς ὁ χάρτης εἰς τὸ πῦρ τὸ ἐπὶ τῆς ἐσχάρας.
καὶ
οὐκ ἐζήτησαν καὶ οὐ διέῤῥηξαν τὰ ἱμάτια αὐτῶν ὁ βασιλεὺς καὶ οἱ παῖδες αὐτοῦ οἱ
ἀκούοντες πάντας τοὺς λόγους τούτους (:κατά τον χρόνο όμως που ο Ιουδίν διάβαζε τρεις και τέσσερις σελίδες,
ο βασιλιάς με το μαχαιράκι του γραμματέα τις έκοβε και τις έριχνε στη φωτιά,
που βρισκόταν στη σχάρα, στο πύραυνο. Έτσι λοιπόν παρέδωσε στο πυρ όλη την
περγαμηνή. Ο βασιλιάς και οι αυλικοί που βρίσκονταν γύρω του δεν συγκλονίστηκαν
από όσα ήταν γραμμένα στην περγαμηνή, δεν διέρρηξαν ως ένδειξη λύπης και
μετανοίας τα ενδύματά τους, ακούγοντας τα λόγια αυτά)»], ενώ την καταστροφή ο συγγραφέας του τετάρτου βιβλίου των
Βασιλειών, που μας λέγει ότι έπειτα από πολύ χρόνο κατά τύχη βρέθηκε το
Δευτερονόμιο θαμμένο κάπου και εξαφανισμένο [Δ΄Βασ. 21 κ.ε.]. Και αν είχαν έτσι εγκαταλείψει τα βιβλία
χωρίς να υπάρχουν βάρβαροι, πολύ περισσότερο θα το έκαναν, όταν έκαναν
επιδρομές βαρβάρων. Ειπώθηκαν αυτά, διότι
όπως Τον προανήγγειλαν οι προφήτες, έτσι, «Ναζωραίο»,
Τον αποκαλούν και οι Απόστολοι σε πολλά σημεία.
«Αυτό
λοιπόν μήπως έρριπτε κάποια σκιά στην προφητεία για τη Βηθλεέμ;», θα
μπορούσε να ρωτήσει κάποιος.
Καθόλου. Απεναντίας αυτό ακριβώς κινεί και
διεγείρει το ενδιαφέρον προς έρευνα όσων λέγονται γι΄ Αυτόν. Έτσι και ο Ναθαναήλ συμμετέχει
στην αναζήτηση και όταν ο Φίλιππος του λέγει: «ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ
οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ (:βρίσκει στο μεταξύ ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ
και του λέει: «Εκείνον για τον οποίο έγραψε ο Μωυσής στο νόμο και προανήγγειλαν
οι προφήτες, τον βρήκαμε. Είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ, και κατάγεται από
τη Ναζαρέτ)» [Ιω.1,46], εκείνος
απαντά: «ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; (:Από τη Ναζαρέτ, το κακό και άσημο αυτό χωριό, μπορεί να βγει τίποτε
καλό;)» [Ιω. 1,47].
Και η απάντηση του Φιλίππου: «ἔρχου καὶ ἴδε (:Έλα και όταν Τον δεις με τα
μάτια σου, θα πειστείς)» [Ιω.
1,48]. Ήταν χωριό χωρίς σημασία και μάλιστα όχι ο οικισμός αυτός μόνο αλλά και
ολόκληρη η περιοχή της Γαλιλαίας.
Για τον λόγο αυτόν οι Φαρισαίοι έλεγαν: «Μὴ
καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; ἐρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ
ἐγήγερται (:μήπως και εσύ είσαι
από τη Γαλιλαία; Ερεύνησε και εύκολα θα δεις και θα πειστείς από τα πράγματα ότι
κανείς προφήτης δεν έχει ως τώρα βγει από τη Γαλιλαία)» [Ιω. 7,52]. Αυτός όμως δεν ντρέπεται να ονομάζεται Ναζωραίος,
δε θεωρεί υποτιμητικό να ομολογεί ότι κατάγεται από εκεί, αποδεικνύοντας ότι
δεν έχει ανάγκη από κανένα πιστοποιητικό και ότι δε χρειάζεται κανένα από τα
ανθρώπινα. Ακόμη και τους μαθητές Του,
από τη Γαλιλαία τούς εκλέγει. Έτσι αφαιρεί παντού τις δικαιολογίες εκείνων
που επιθυμούν την ησυχία και αποδεικνύει ότι κανένα εξωτερικό γνώρισμα δε μας χρειάζεται, αν ασκήσουμε την αρετή.
Για
τούτο δε φροντίζει ούτε για το σπίτι. Λέγει: «αἱ ἀλώπεκες φωλεοὺς ἔχουσι καὶ τὰ
πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν
κεφαλὴν κλίνῃ (:οι αλεπούδες
έχουν φωλιές και τα πουλιά του ουρανού έχουν μέρη που κουρνιάζουν, ενώ ο υιός
του ανθρώπου[δηλαδή εγώ που γεννήθηκα χωρίς πατέρα αλλά μόνο από την Παρθένο
και είμαι ο κατεξοχήν άνθρωπος, γνωστός από την υπόσχεση του Θεού προς τον
Αδάμ] δεν έχει πού να ακουμπήσει το κεφάλι Του)» [Λουκ. 9,58]. Όταν Τον επιβουλεύεται ο Ηρώδης, φεύγει, και
όταν γεννήθηκε, Τον ανακλίνουν στη φάτνη, μένει στο στάβλο, εκλέγει μητέρα
αφανή. Μας διδάσκει έτσι κανένα από αυτά να μη θεωρούμε εξευτελιστικό,
ποδοπατεί εκ προοιμίου κάθε ανθρώπινο εγωισμό, διατάζει να είμαστε διάκονοι της
αρετής.
«Γιατί
μεγαλοφρονείς για την πατρίδα σου, όταν σου δίνω εντολή να θεωρείς τον εαυτό
σου ξένο για ολόκληρη την οικουμένη;», μας λέγει. Όταν έχεις την εξουσία να γίνεις τέτοιος, ώστε ο κόσμος ολόκληρος να
μην είναι άξιός σου; Όλα αυτά είναι τόσο μηδαμινά, ώστε μήτε από τους Έλληνες φιλοσόφους να μην αποδίδεται
σε αυτά καμία σημασία και να αποκαλούνται τα εκτός, και να κατέχουν την
τελευταία θέση.
Αλλά βέβαια ο Παύλος τα αναγνωρίζει και
ομιλεί ως εξής: «κατὰ μὲν τὸ εὐαγγέλιον ἐχθροὶ δι᾿ ὑμᾶς, κατὰ δὲ τὴν ἐκλογὴν ἀγαπητοὶ διὰ
τοὺς πατέρας (:όσο δηλαδή αφορά
το Ευαγγέλιο, οι άπιστοι Εβραίοι είναι εχθροί του Θεού και εξαιτίας του
γεγονότος ότι κάλεσε εσάς τους εθνικούς σε σωτηρία ο Θεός· όσον αφορά όμως την από αιώνων εκλογή τους, είναι αγαπητοί στο Θεό
και για τους προγόνους, από τους οποίους κατάγονται)» [Ρωμ. 11,28],αντιτείνει. Αλλά πες
μου, πότε το είπε και σε ποιους αναφερόμενος και προς ποιους ομιλώντας; Βέβαια
προς τους προερχόμενους από ειδωλολάτρες υπερηφανευόμενους υπερβολικά για την
πίστη τους και που με το να επιτίθενται σφοδρά κατά των Ιουδαίων, τους
απομάκρυναν ακόμη περισσότερο κατά αυτόν τον τρόπο.
Με τον λόγο του ο Παύλος περιόριζε την
υπερηφάνεια εκείνων, ενώ προσείλκυε τους Ιουδαίους και τους προέτρεπε στον ίδιο
ζήλο·διότι όταν αναφέρεται στους σπουδαίους και μεγάλους εκείνους άντρες που με
πίστη δέχονταν τις επαγγελίες του Θεού, άκουσε πώς ομιλεί· «οἱ γὰρ τοιαῦτα λέγοντες ἐμφανίζουσιν
ὅτι πατρίδα ἐπιζητοῦσι. καὶ εἰ μὲν ἐκείνης ἐμνημόνευον, ἀφ᾿ ἧς ἐξῆλθον,
εἶχον ἂν καιρὸν ἀνακάμψαι· νῦν δὲ κρείττονος ὀρέγονται, τοῦτ᾿ ἔστιν ἐπουρανίου.
διὸ οὐκ ἐπαισχύνεται αὐτοὺς ὁ Θεὸς Θεὸς ἐπικαλεῖσθαι αὐτῶν· ἡτοίμασε γὰρ αὐτοῖς
πόλιν (:διότι αυτοί που έλεγαν
τέτοια λόγια, φανέρωναν καθαρά, ότι δεν επαναπαύονταν στην επίγεια πατρίδα,
αλλά ζητούσαν τη μόνιμη και χαρμόσυνη πατρίδα, δηλαδή τον ουρανό. Και εάν
θυμούνταν εκείνη, την επίγεια πατρίδα, από την οποία είχαν εξέλθει, είχαν και
τον χρόνο και την ευκαιρία να επανέλθουν σε αυτήν. Τώρα όμως επιθυμούν σφοδρά
καλύτερη και τελειότερη πατρίδα, δηλαδή την επουράνια. Για τον λόγο αυτόν και ο
Θεός δεν αισθάνεται εξαιτίας τους καμία ντροπή, να ονομάζεται Θεός τους. Αντιθέτως,
ευαρεστείται σε αυτούς, όπως
μαρτυρείται από το γεγονός ότι τους έχει ετοιμάσει επουράνια και μακάρια
πατρίδα)» [Εβρ. 11,14-16]. Και άλλη φορά: «Κατὰ πίστιν ἀπέθανον οὗτοι
πάντες, μὴ λαβόντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀλλὰ πόῤῥωθεν αὐτὰς ἰδόντες καὶ ἀσπασάμενοι,
καὶ ὁμολογήσαντες ὅτι ξένοι καὶ παρεπίδημοί εἰσιν ἐπὶ τῆς γῆς (:Όλοι αυτοί πέθαναν στερεωμένοι στην πίστη και στην ελπίδα, που γεννά η πίστη, χωρίς
εντούτοις να λάβουν τις επαγγελίες. Αλλά τις είδαν από μακριά και τις δέχτηκαν
με όλη τους την ψυχή και ομολόγησαν με
τα έργα τους και με τα λόγια τους, ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επάνω στη γη)» [Εβρ. 11,13].
Αλλά και ο Ιωάννης έλεγε σε όσους έρχονταν
προς αυτόν: «Ποιήσατε οὖν καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας, καὶ μὴ ἄρξησθε λέγειν ἐν ἑαυτοῖς,
πατέρα ἔχομεν τὸν Ἀβραάμ· λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι δύναται ὁ Θεὸς ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι
τέκνα τῷ Ἀβραάμ (:Μόνο το βάπτισμα δεν ωφελεί. Αν θέλετε
να σωθείτε από την οργή που πρόκειται σε λίγο να ξεσπάσει, κάνετε καλά έργα, τα οποία είναι άξιοι καρποί της αληθινής μετάνοιας,
και δείξτε με ενάρετες πράξεις την
ειλικρινή μετάνοιά σας. Και μην αρχίσετε να λέτε μέσα σας: “Πατέρα μας
έχουμε τον Αβραάμ· διότι σας λέω ότι ο
Θεός έχει τη δύναμη και από το πλέον ακατάλληλο υλικό, ακόμη και από αυτές εδώ
τις πέτρες, να αναστήσει απογόνους του Αβραά”)» [Λουκά, 3,8].
Και ο Παύλος λέγει πάλι: «Οὐχ
οἷον δὲ ὅτι ἐκπέπτωκεν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. οὐ γὰρ πάντες οἱ ἐξ Ἰσραήλ, οὗτοι Ἰσραήλ
(:Το ότι όμως χωρίστηκαν οι Ισραηλίτες
από τον Μεσσία και ξέπεσαν από τις ευλογίες που μας έφερε, δεν έχει τη σημασία
που με μια πρώτη ματιά θα φανταζόταν κανείς. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι έχασε τη
δύναμή του και διαψεύσθηκε ο λόγος με τον οποίο ο Θεός βεβαίωσε τη διαθήκη Του·
διότι αληθινός ισραηλιτικός λαός δεν
είναι όλοι όσοι κατάγονται σαρκικά από τον Ισραήλ)» [Ρωμ. 9,6].
Τι ωφελήθηκαν λόγου χάρη τα παιδιά του Σαμουήλ
από το γένος το πατρικό, αφού δεν έγιναν κληρονόμοι της πατρικής αρετής; Τι
κέρδισαν επίσης τα παιδιά του Μωυσή, που δεν μιμήθηκαν την αυστηρή ευσέβεια του
πατέρα τους; Δεν τον διαδέχτηκαν ούτε στην εξουσία αλλά ενώ εκείνοι την έγραφαν
στο όνομά τους ως πατέρα τους, η αρχηγία
του λαού μεταβιβαζόταν σε άλλον, σε εκείνον που έγινε υιός του κατά την αρετή.
Τι ζημιώθηκε ο Τιμόθεος αν και καταγόταν από Έλληνα πατέρα; Και πάλι, τι
κέρδισε ο γιος του Νώε [πρόκειται για τον γιο του Νώε Χαμ, ο οποίος προσέβαλε
τον πατέρα του και για τον λόγο αυτόν ο Νώε τον καταράστηκε να γίνει δούλος των
αδελφών του Σημ και Ιάφεθ: Γεν. 9, 18-27], από την αρετή του πατέρα του, αφού
έγινε από ελεύθερος που ήταν, δούλος; Βλέπεις ότι δεν επαρκεί η ευγένεια του πατέρα για να προστατεύσει τα παιδιά; Η
κακία της προαιρέσεώς τους νίκησε τους νόμους της φύσεως και δεν τον αποξένωσε
μόνο από την αρετή του πατέρα του, αλλά του στέρησε και την ελευθερία. Και ο
Ησαύ δεν ήταν υιός του Ισαάκ και δεν είχε προστάτη τον πατέρα του; Και ο
πατέρας του φρόντιζε και επιθυμούσε να τον κάνει μέτοχο των ευλογιών του και
εκείνος πάλι για τον λόγο αυτόν έπραττε όλα τα θελήματά του. Επειδή όμως ήταν κακός, τίποτε από αυτά δεν κέρδισε και ενώ ήταν
μεγαλύτερος και είχε τον πατέρα με το μέρος του βοηθό σε όλα, επειδή δεν είχε
με το μέρος του τον Θεό, εξέπεσε σε όλα.
Και γιατί ασχολούμαι με τους ανθρώπους; Οι
Εβραίοι έγιναν υιοί του Θεού και δεν κέρδισαν τίποτε από τη μοναδική αυτήν
ευγένεια. Και αν κάποιος, ο οποίος έγινε υιός του Θεού, τιμωρείται βαρύτερα, αν δεν παρουσιάσει αρετή άξια της ευγένειας
αυτής, πώς μου προβάλλεις την ευγένεια των προγόνων και των παππούδων; Και
δεν θα βρεις στην Παλαιά μόνο αλλά και στην Καινή Διαθήκη να επικρατεί ο
κανόνας αυτός; «καὶ λέγει αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα,
καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου
(:και στη συνέχεια λέγει προς
αυτόν, ώστε να ακούσουν και οι άλλοι μαθητές: “σας διαβεβαιώνω ότι από τώρα θα
δείτε ανοικτό τον ουρανό και τους αγγέλους του Θεού να ανεβαίνουν και να
κατεβαίνουν, να συνοδεύουν και να υπηρετούν τον υιό του ανθρώπου, ο οποίος ως
Θεός είναι κύριος και των αγγέλων”)» [Ιω. 1,52],λέγει.
Αλλά όμως από τα παιδιά αυτά, πολλά, είπε ο
Παύλος, δεν ωφελούνται τίποτε από τον πατέρα: «῎Ιδε ἐγὼ Παῦλος λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν περιτέμνησθε, Χριστὸς ὑμᾶς οὐδὲν ὠφελήσει
(:Να, εγώ ο Παύλος σας λέω ότι,
αν περιτέμνεστε, ο Χριστός δεν θα σας ωφελήσει τίποτα)» [Γαλ. 5,2].Και αν δεν
ωφελεί ο Χριστός σε τίποτε εκείνους που δεν θέλουν να προσέξουν τη ζωή τους,
πώς θα τους προστατέψει ο άνθρωπος;
Ας
μη μεγαλοφρονούμε λοιπόν μήτε για την ευγενή καταγωγή, μήτε για τον πλούτο
μας, αλλά ας περιφρονούμε και αυτούς που μεγαλοφρονούν γι' αυτά. Μήτε να
αποθαρρυνόμαστε για την πτωχεία μας. Ας
επιδιώκουμε τον πλούτο των αγαθών έργων και ας αποφεύγουμε την πτωχεία εκείνη
που οδηγεί στην κακία. Εξαιτίας αυτής και ο πλούσιος εκείνος ήταν φτωχός.
Για τον λόγο αυτό και δεν πέτυχε ούτε μία σταγόνα δρόσου παρά την όλη ικεσία
του [βλ. Λουκά, κεφ.16]. Μολονότι ποιος από εμάς θα ήταν δυνατόν να γίνει τόσο
πτωχός, ώστε να μην έχει να απολαύσει και λίγο νερό; Κανείς βέβαια. Και αυτοί
που βασανίζονται από τη μεγαλύτερη πείνα, μπορούν ωστόσο να απολαύσουν λίγο
νερό. Και όχι βέβαια μία σταγόνα ύδατος μόνο, αλλά να επιτύχουν και περισσότερη
ανακούφιση. Δεν συνέβαινε αυτό όμως σε εκείνον τον πλούσιο, αλλά ήταν πτωχός
μέχρι του σημείου αυτού· και το βαρύτερο ότι δεν υπήρχε τρόπος να ανακουφίσει
την πενία του.
Γιατί λοιπόν χάσκουμε μπροστά στα χρήματα,
όταν δεν μας οδηγούν στον ουρανό; Πες μου· αν κάποιος από τους βασιλείς της γης
έλεγε ότι είναι αδύνατο να διακριθεί ο πλούσιος στο βασίλειό του και να τιμηθεί
κατά κάποιον τρόπο, δεν θα πετούσατε όλοι
με περιφρόνηση τα χρήματά σας; Στην περίπτωση αυτή αν σας στερήσουν της
τιμής στα γήινα αυτά βασίλεια, τα χρήματα θα είναι ευκαταφρόνητα. Όταν όμως ο
βασιλέας των ουρανών καθημερινά βοά και λέγει, ότι είναι δύσκολο φορτωμένος με αυτά να φθάσεις στα ιερά εκείνα προπύλαια,
δεν θα τα εγκαταλείψουμε όλα, δεν θα αποξενωθούμε από τα υπάρχοντά μας, για να
εισέλθουμε με θάρρος στη Βασιλεία;
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος