Ἡ Συμβολὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου
στὴν δημιουργία μιᾶς
ἀντιπατερικῆς «σύγχρονης» Ὀρθοδοξίας!
Τοῦ ἀείμνηστου καθηγητῆ Ἰωάννου Κορναράκη
Ἡ σύγχρονη Ἱστορία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἰδιαιτέρως ἀπὸ τὸ 1948 μέχρι σήμερα, εἶναι γραμμένη μὲ πολλὲς σελίδες οἰκουμενιστικῆς δραστηριότητος.
Ὁ ἑκάστοτε οἰκοδεσπότης τοῦ πατριαρχικοῦ οἴκου ἡγεῖτο προσπαθειῶν ἑνώσεως τῶν μὴ δυναμένων νὰ ἑνωθοῦν. Τὸ μάτι τοῦ Πατριαρχείου, σταθερὰ στραμμένο πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους χώρους, ἀπεμπολοῦσε τὶς ἀλήθειες τῆς Ὀρθοδοξίας πρὸς χάριν μιᾶς ἐκκοσμικευμένης χριστιανοσύνης, ἀποξενωμένης ἀπὸ τὴν ἰκμάδα τῶν αὐθεντικῶν εὐαγγελικῶν καὶ πατερικῶν ἀληθειῶν.
Ἰδιαίτερα ὁ σημερινὸς οἰκοδεσπότης τοῦ ΦΑΝΑΡΙΟΥ ἔδειξε μεγάλη κινητικότητα στοὺς ἑτεροδόξους χώρους καὶ συμμετεῖχε σὲ ἑτερόδοξες λειτουργικὲς πράξεις.
Τὸ κορυφαῖο γεγονός, ποὺ ἐσχάτως καταγράφει τὴν ἔντονη ἀποδόμηση τῶν Ἱ. Κανόνων ἀπὸ μέρους τοῦ κ. Βαρθολομαίου, εἶναι ἡ συλλειτουργία καὶ τοῦ Πάπα, κατὰ τὴν θρονικὴ ἑορτὴ τοῦ Πατριαρχείου, τὴν 30η Νοεμβρίου 2006. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ἀπὸ τὸν ἐξώστη τοῦ Πατριαρχείου –μὲ δεμένα τὰ χέρια του μὲ τὸν Πάπα–, διαδηλώνουν ἀμφότεροι τὴν κοινὴ ἀπόφασή τους νὰ ἑνωθοῦν ἡ Ὀρθόδοξη ΕΚΚΛΗΣΙΑ μὲ τὸν Παπισμό.
Ἐπιλεκτικῶς, θὰ ἐπισημανθοῦν μερικὰ ἀκραῖα ἀνοίγματα, τὰ ὁποῖα εὐθυγραμμίζονται μὲ τὴν πατριαρχικὴ πρωτοβουλία –ἀλλὰ καὶ σκοπιμότητα– νὰ προκύπτουν στὸν ὀρθόδοξο χῶρο ἀνατρεπτικὲς ἐνέργειες κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τῶν Θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
Τὸ θέμα τῆς πραγματοποιήσεως αὐτῆς ἔχει ἤδη «κλειδώσει», πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια, στὸν γνωστὸ διάλογο μεταξὺ ὀρθοδόξων καὶ παπικῶν στὴν Ραβέννα τῆς Ἰταλίας. Στὸν διάλογο αὐτόν, οἱ ὀρθόδοξοι ἐκπρόσωποι ἐψήφισαν καὶ ἀποδέχθηκαν, αὐτούσιο, τὸ παπικὸ κείμενο ποὺ τοὺς παρουσίασαν οἱ παπικοὶ «ἑταῖροι» τους.
Σύμφωνα μὲ τὸ κείμενο αὐτό, ἡ παπικὴ ἐξουσία ἐπὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀποτυπώνεται μὲ τὴν εἰκόνα πυραμίδος. Στὴν κορυφὴ τῆς πυραμίδος, εἶναι ὁ Πάπας. Ὅποιος Ἐπίσκοπος δὲν θὰ ἀποδέχεται τὸν Πάπα, θὰ μένει ἐκτὸς τῆς παπικῆς «ἐκκλησίας», ποὺ εἶναι ἡ μόνη ὁλοκληρωμένη καὶ ὁριστικῶς διαμορφωμένη μὲ τὴν ρωμαϊκὴ παράδοση.
Ὁ Πατριάρχης ἔχει προωθήσει αὐτὴν τὴν ἕνωση μὲ τὴν ἀρωγὴ τοῦ πρωτοπαλλήκαρου τῆς ἑνώσεως αὐτῆς: τοῦ Μητροπολίτη Περγάμου, Ἰωάννη Ζηζιούλα, ὁ ὁποῖος εἶναι πασίγνωστος γιὰ τὴν διαχρονική του ἐπιμονὴ στὸ κυρίαρχο καὶ ἐξουσιαστικὸ πρωτεῖο τοῦ Πάπα, καὶ ὄχι στὸ πρωτεῖο τιμῆς.
Ξαφνικά, λοιπόν, θὰ πληρώσουν τοὺς ναούς μας παπικοὶ πιστοί, γιὰ τὴν πραγματοποίηση τοῦ κοινοῦ Ποτηρίου τοῦ Πάσχα τῶν ὀρθοδόξων μὲ τοὺς παπικούς!
Ι. -Ἤδη, καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος –ἀκραῖος οἰκουμενιστής– συνέπλευσε μὲ τὸν Πατριάρχη στὰ ἀνοίγματα πρὸς τοὺς οἰκουμενιστικοὺς χώρους. Ἔφερε καὶ αὐτός, πρὶν ἀπὸ τὸν Πατριάρχη, τὸν Πάπα στὴν Ἀθήνα, καὶ πανηγύρισε τὸ γεγονὸς μὲ φιέστες καὶ ἐκδηλώσεις μειοδοσίας τῆς Ὀρθοδοξίας.
Λίγο πρὶν ἔλθει ὁ Πάπας στὴν Ἀθήνα, καὶ ἀφοῦ εἶχε ὀργανώσει τὰ πάντα γιὰ τὴν ὑποδοχή του, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἐκάλεσε τέσσερεις ὁμοτίμους καθηγητὲς Πανεπιστημίου –μεταξὺ αὐτῶν καὶ τὸν ὑπογράφοντα τὸ παρόν– γιὰ νὰ τὸν βοηθήσουν νὰ συντάξει τὰ σχετικὰ κείμενα ποὺ θὰ διάβαζε ἐνώπιον τοῦ Πάπα, οὕτως ὥστε αὐτὰ νὰ ἔχουν ἀκραιφνῶς ὀρθόδοξο χαρακτῆρα. Ὡστόσο, προσωπικῶς διαπίστωσα ὅτι, τὰ συγκεκριμένα κείμενα ἀνεγνώσθησαν ἐνώπιον τοῦ Πάπα χωρὶς τὶς διορθώσεις μας.
Τὸ 2003, δύο χρόνια μετὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Πάπα, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
Χριστόδουλος εἰσηγήθηκε τὸν νεωτερισμὸ τῆς «Λειτουργικῆς Ἀναγέννησης» τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ θεολογικὸ ὑπόβαθρο τῆς Ἀναγεννήσεως ποὺ εἶχε στὸ μυαλό του, δημοσιεύθηκε τὸ ἴδιο ἔτος, στὸ περιοδικὸ ΕΚΚΛΗΣΙΑ(1), ὡς συνοδικὸ κείμενο, γραμμένο ἀπὸ καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π. Θεσσαλονίκης. Τὸ κείμενο αὐτὸ ἀποτυπώνει, μὲ γνώμονα τὴν ἀρχὴ τῆς μετανεωτερικότητος, τὶς σαρωτικὲς ἀλλαγές ποὺ ἔπρεπε νὰ γίνουν γιὰ νὰ ὁλοκληρωθεῖ ἡ «Λειτουργικὴ Ἀναγέννηση» τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀπὸ τὶς προτεινόμενες αὐτὲς ἀλλαγές, ἀναφέρουμε δύο:
α) Λόγῳ τῶν προόδων τῶν ἀνθρωπιστικῶν καὶ κοινωνικῶν ἐπιστημῶν, θὰ πρέπει νὰ ἐπαναπροσδιορίζεται ἡ ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας, προκειμένου νὰ συμπορευόμαστε μὲ αὐτὲς τὶς προόδους καὶ τὶς πολιτιστικὲς ἐξελίξεις.
β) Γιὰ τοὺς ἰδίους λόγους, θὰ πρέπει νὰ ἐπαναπροσδιορίζεται συνεχῶς καὶ τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ πλατύτερη ἐπαναδιατύπωση τοῦ μυστηρίου αὐτοῦ –προταθεῖσα καὶ σὲ ἄλλο κείμενο τοῦ ἰδίου, σὲ ἐπετηρίδα τῆς Σχολῆς– ἐξηγεῖ ὅτι, στὸ μυστήριο αὐτό, δὲν προσερχόμαστε γιὰ νὰ γίνουμε ἅγιοι, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε πνεῦμα ἀλληλεγγύης μεταξύ μας (στὸ πνεῦμα τῆς παγκοσμιοποιήσεως), γιὰ νὰ φθάσουμε στὰ ἔσχατα!!!
Ἐπειδή, ὅμως, ἡ ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, τὸ συνοδικὸ αὐτὸ κείμενο πρότεινε, κατ’ οὐσίαν, τὸν διαρκῆ ἐπαναπροσδιορισμὸ τοῦ Ἰδίου τοῦ Χριστοῦ!!!
Εἶναι περίεργο ὅτι, κανεὶς Ἐπίσκοπος δὲν παρουσιάσθηκε γιὰ νὰ τὸ στηλιτεύσει. Οὔτε ἡ Διαρκὴς Ἱ. Σύνοδος ἔδωσε σημασία στὸ ὀκτασέλιδο Ὑπόμνημα τοῦ ὑπογράφοντος, τὸ ὁποῖο παραδόθηκε νομίμως σὲ ὅλα τὰ μέλη τῆς Συνόδου τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
ΙΙ. -Πρὸ δεκαετίας, περίπου, στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Α.Π.Θ., ἐκπονήθηκαν –καὶ ἔγιναν ἀποδεκτές– δύο διατριβές, οἱ ὁποῖες «ἀπεδείκνυαν» ὀρθοδόξους δύο αἱρετικοὺς τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος: τὸν Διόσκορο καὶ τὸν Σεβῆρο (τὸν ἀποκαλούμενο «ἀκέφαλο» στὸ σχετικὸ τροπάριο τοῦ Ὄρθρου τῆς Ἀκολουθίας τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Πατέρων).
Ἡ δικαιολογία καὶ τὸ αἴτιο τῆς ἐκπονήσεως τῶν ἐν λόγῳ διατριβῶν εἶναι ὅτι, ἀμφότερες προλειαίνουν τὸ ἔδαφος, ὥστε, μελλοντικὴ Σύνοδος νὰ πεισθεῖ γιὰ τὰ «ὀρθόδοξα» φρονήματα τῶν δύο –Συνοδικῶς καταδικασθέντων– αἱρετικῶν.
ΙΙΙ. -Ἡ «ὀρθοδοξοποίηση» τῆς σωτηριολογικῆς προτεσταντικῆς διδασκαλίας περὶ τῆς «ἀοράτου Ἐκκλησίας»:
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιος –μὲ μεγάλο ἔργο στὸν χῶρο τῆς Ἱεραποστολῆς στὴν Ἀφρική, ἀλλὰ καὶ προσφορᾶς στὴν Αὐτοκέφαλη Ὀρθόδοξη Ἀρχιεπισκοπὴ τῆς Ἀλβανίας– λόγῳ τῆς ταυτίσεώς του μὲ τὸ ἐπιστημονικό του ἀντικείμενο (δηλαδή, μὲ τοὺς ἀλλοθρήσκους καὶ ἰδιαιτέρως μὲ τὸ Ἰσλάμ), προέβη σὲ παραχάραξη εὐαγγελικοῦ χωρίου, προκειμένου νὰ δείξει ὅτι, ἀκόμα καὶ ὅλοι οἱ πιστοὶ τῶν ἄλλων θρησκειῶν θὰ σωθοῦν ὁπωσδήποτε, διὰ τῆς «ἀόρατης Ἐκκλησίας»!!!
Τὸ ἐπίμαχο χωρίο, τὸ ὁποῖο παραχάραξε, ἀνήκει στὴν Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, κεφ. 3, στ. 6. Στὸ χωρίο αὐτό, ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν ἀναφέρεται στὸν τρόπο τῆς σωτηρίας τῶν ἐθνῶν, τὰ ὁποῖα καὶ αὐτὰ θὰ σωθοῦν, ἀφοῦ τοὺς κηρυχθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ ἀποδεχθοῦν: «Τὰ ἔθνη εἶναι συγκληρονόμα καὶ σύσσωμα καὶ συμμέτοχα τῆς ἐπαγγελίας αὐτοῦ ἐν Χριστῷ διὰ τοῦ εὐαγγελίου».
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας, ὅμως, στὸ ἔργο τοῦ Ἴχνη ἀπὸ τὴν ἀναζήτηση τοῦ ὑπερβατικοῦ(2), ἀντικαθιστᾶ τὴν φράση «διὰ τοῦ εὐαγγελίου», μὲ τὴν φράση «διὰ τῆς ἐκκλησίας», ἀναπτύσσοντας, ἔτσι, τὴν διδασκαλία τῆς ἀόρατης σωτηρίας! Μὲ τὴν παραχάραξη αὐτή, ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ξεπεράσει τὴν αὐθεντικὴ ἀποστολικὴ διδασκαλία περὶ τῆς σωτηρίας τῶν ἐθνῶν, διὰ τῆς ἀπὸ μέρους τους ἀποδοχῆς, ἐφαρμογῆς καὶ βιώσεως τοῦ Εὐαγγελίου. Σημειώνοντας δὲ ὅτι, «οἱ παλαιότεροι ὅσο καὶ οἱ νεότεροι θεολόγοι τῆς ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας τόνισαν ὅτι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ καὶ πέραν τῶν ὁρίων τῆς ὁρατῆς Ἐκκλησίας», ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας καταλήγει στὸ συμπέρασμα ὅτι, σὲ αὐτὴν τὴν «ἀόρατη Ἐκκλησία», καὶ τὰ ἔθνη «δύνανται νὰ ἀνήκωσι ἀοράτως καὶ οἱ ἐθνικοί, οἱ ἑτερόδοξοι…» (σσ. 423-4).
Ὅμως, στὴν ὀρθόδοξη σωτηριολογία δὲν ὑπάρχει πουθενὰ χῶρος ποὺ νὰ ἀνήκει σὲ περιοχὴ ἀόρατης σωτηρίας. Ἡ διδασκαλία αὐτὴ εἶναι προτεσταντική, σκοτεινὴ καὶ ἀδιευκρίνιστη. Σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη παράδοση, ὁ Θεὸς σώζει μὲν ὅλον τὸν ὁρατὸ κόσμο, ἀλλὰ μὲ ὁρατὲς καὶ συγκεκριμένες ἐνέργειες. Τὴν θεωρία περὶ «ἀόρατης σωτηρίας» ἐδημιούργησαν οἱ διαμαρτυρόμενοι, γιὰ νὰ ξεπεράσουν δυσκολίες προσωπικοῦ χαρακτῆρα (ὅπως τὴν ρωμαιοκαθολική τους προέλευση καὶ τὴν κυριαρχία τοῦ δυτικοῦ ὀρθολογισμοῦ).
* * *
Αὐτὰ τὰ ἐλάχιστα δείγματα(*) τῆς ἀπορρίψεως, ἢ ἀποδομήσεως, ἀρχῶν τῆς ἀληθείας τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν Πατέρων, δείχνουν τὰ ἀποτελέσματα τῆς διαχρονικῆς οἰκουμενιστικῆς δραστηριότητος τοῦ ὑποτιθεμένου «κέντρου» τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἔτσι, στὸν Πατριαρχικὸ Οἶκο, τὴν Ὀρθοδοξία τῆς πατερικῆς παρακαταθήκης διαδέχθηκε ἡ «σύγχρονη» Ὀρθοδοξία, μεταλλαγμένη στὰ μέτρα τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ τῶν θεμελιωδῶν ἀρχῶν τῆς μετανεωτερικότητος.
* * *
Ὁ ὑπογράφων συνέταξε τὸ πάρον κείμενο, ὧν συνεπὴς στὸν διδακτορικό του ὅρκο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας: «ὅπου γῆς βρεθῶ, θὰ ὑποστηρίζω τὰ δόγματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Ὅλοι οἱ διδάκτορες δίνουν τὸν ὅρκον αὐτόν. Ἀλλὰ καὶ οἱ Ἐπίσκοποι ὁρκίζονται νὰ ἐπιτελοῦν τὰ καθήκοντά τους θεοφιλῶς καὶ νὰ ἀνταποκρίνονται μὲ θεῖο ζῆλο στὴν τήρηση τῶν ἀρχῶν καὶ τῶν διδαγμάτων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι, ὅσοι Ἐπίσκοποι ἀφήνουν ὀρθάνοιχτη τὴν θύρα στὸν οἰκουμενιστικὸ χῶρο καὶ ἀναλαμβάνουν δραστηριότητες ποὺ ἀκυρώνουν τὴν προσωπική τους ἀξιοπρέπεια καὶ τὸν σεβασμό τους ἔναντι τοῦ ἀξιώματός τους ὡς κληρικῶν καὶ ὡς ἀνθρώπων τῆς ἐκκλησίας, ἀποβαίνουν ἐπιλήσμονες τοῦ ὅρκου τους.
Σὲ μία τέτοια περίπτωση, φαίνεται νὰ ἐνεργεῖ τὸ μιαρὸ ἔργο του, ὁ Ἀντίχριστος, καὶ διὰ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἰωάννης Κορναράκης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. -Περιοδ. ΕΚΚΛΗΣΙΑ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τ. Ἰούνιος 2003, σσ. 413-418.
2. -Συλλογὴ θρησκειολογικῶν μελετημάτων, ἐκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ, α.χ., σσ. 423-4. Βλ. καὶ Πρωτοπρεσβυτέρου Ἰ. Φωτοπούλου, Θεανδρικὴ Καθολικότητα ἢ Πανθρησκειακὴ Παγκοσμιότητα, Ἀθήνα 2003, τὸ ὁποῖον ἀναιρεῖ ἐπιτυχῶς ὀρθοδόξως τὶς κακοδοξίες τοῦ βιβλίου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας, μὲ τίτλο Παγκοσμιότητα καὶ Ὀρθοδοξία, Ἀθήνα 2000.
(*) Πρὸ ἐτῶν, ἡ Μητρόπολις Δημητριάδος συγκάλεσε συνέδριο Ὀρθοδόξων καὶ Ἀγγλικανῶν, καί, μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτή, τοὺς κάλεσε νὰ λειτουργηθοῦν στὸ Γυναικεῖο Μοναστῆρι τῶν Ἁγίων Ταξιαρχῶν Πηλίου. Ὅταν οἱ προσκεκλημένοι ἔφθασαν καθυστερημένοι στὸν Ναό, οἱ ἀδελφὲς τῆς Ἱ. Μονῆς ἔσπρωχναν τοὺς ὀρθοδόξους πρὸς τὸν νάρθηκα καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα. Σχετικὲς φωτογραφίες δείχνουν τοὺς ἀγγλικανοὺς νὰ ἐξέρχονται τοῦ Ναοῦ μὲ τὸ ἀντίδωρο στὸ χέρι, ἐνῶ σημειώθηκε ἰδιαιτέρως ἡ παρουσία μιᾶς ἀγγλικανῆς ἱερείας.