Ἀναγκαῖος ὁ θεσμὸς τῆς νηστείας
Αὐτοὶ ποὺ ἐνσυνείδητα παραθεωροῦν τὸ θέμα τῆς νηστείας, χωρὶς νὰ ἔχουν λόγους ὑγείας, πολὺ φοβᾶμαι ὅτι δὲν ἐνδιαφέρονται πραγματικὰ γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.
Νομοθέτες!
Διηγεῖτο κάποτε ὁ γέροντας: Ἦρθε κάποιο πνευματικοπαίδι μου καὶ μοῦ ἔλεγε:
-Ξέρετε, πάτερ, ἐγὼ δὲν τὴν παραδέχομαι τὴν νηστεία. Τί πάει νὰ πεῖ νηστεία;
Τοῦ ἀπάντησα: -Ἡ νηστεία εἶναι θεσμὸς τῆς Ἐκκλησίας. Νομοθετήθηκε στὸν Παράδεισο. Νήστευσαν οἱ Προφῆτες, ὁ Μωυσῆς, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες… Ἐὰν ἐξακολουθεῖς νὰ μὴ νηστεύεις καὶ νὰ ἔχεις αὐτὲς τὶς ἀντιλήψεις, τότε ν’ ἀλλάξεις Γέροντα! Ἔτσι τοῦ εἶπα.
Ἐὰν ὅμως μου ἔλεγε: «Ξέρετε, πάτερ, δέχομαι τὴ νηστεία ὅπως τὴν ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ νηστεύσω τόσο. Προσπαθῶ ὅμως κάτι νὰ καταφέρω», θὰ τοῦ ἔλεγα: «Σὲ δέχομαι, παιδάκι μου. Προσπάθησε ὅσο μπορεῖς νὰ ἀνταποκριθεῖς σ’ αὐτὰ ποὺ λέει ἡ Ἐκκλησία μας». Ἀλλὰ νὰ μοῦ λέει: «Δὲν παραδέχομαι τὴ νηστεία»! Ποιὸς εἶσαι ἐσύ; Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ λές; Ἀκοῦς ἐκεῖ!
Παρόμοια ἀπάντησε σὲ κάποιον, ὁ ὁποῖος τοῦ ἀνέφερε στὴν ἐξομολόγηση ὅτι κατέτασσε τὶς νηστεῖες στὰ μικροπράγματα καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ δὲν τὶς τηροῦσε, «φροντίζοντας νὰ εἶναι ἐντάξει στὰ βασικά τῆς πίστεώς μας»:
-Δὲν μοῦ λές, ἦλθες ἐδῶ ὡς μετανοῶν ἁμαρτωλὸς γιὰ νὰ λάβεις ἄφεση, ἢ ὡς νομοθέτης; Ἂν ἰσχύει τὸ πρῶτο, δὲν μπορεῖς νὰ κατατάσσεις τὴ νηστεία στὰ δευτερεύοντα στοιχεῖα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ἂν ἰσχύει τὸ δεύτερο, τότε δὲν εἶσαι μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν μπορῶ νὰ σοῦ διαβάσω συγχωρητικὴ εὐχή.
Σοβαρὸ ἁμάρτημα
Τὸ Δεκαπενταύγουστο τοῦ ’67, θυμᾶται ἕνα ζευγάρι πνευματικῶν του τέκνων, φιλοξενηθήκαμε σὲ κάποιο συγγενικὸ σπίτι καὶ δὲν νηστεύσαμε, ἀκολουθώντας τὴ γραμμὴ τοῦ σπιτιοῦ αὐτοῦ. Τὸ θεωρήσαμε πολὺ φυσικὸ καὶ αὐτοσυγχωρεθήκαμε. Πήγαμε μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ γιὰ ἐξομολόγηση στὸν Γέροντα, ἀλλὰ δὲν τὸν ἀναφέραμε τίποτε γι’ αὐτό. Ἐξομολογηθήκαμε ἄλλα πράγματα. Μᾶς διάβασε τὴ συγχωρητικὴ εὐχὴ καὶ μετὰ πιάσαμε κουβέντα γιὰ διάφορα ἐνδιαφέροντα θέματα. Παρεμπιπτόντως στὴ ρύμη τοῦ λόγου ἀναφέραμε ὅτι δὲν εἴχαμε νηστεύσει. Θὰ προτιμούσαμε νὰ ἄνοιγε ἡ γῆ νὰ μᾶς καταπιεῖ ἀπὸ τὴ ντροπή μας, ὅταν μᾶς εἶπε αὐστηρά:
-Νομίζετε ὅτι ἔχετε ἐξομολογηθεῖ τώρα, ὅταν ἕνα τόσο σοβαρὸ ἁμάρτημα τὸ ἀποσιωπήσατε;
Ἀναθεώρηση τῶν περὶ νηστείας διατάξεων
Στὶς μακροχρόνιες καὶ ἐπίμονες προσπάθειες διαφόρων ἐκκοσμικευμένων ἐκκλησιαστικῶν κύκλων γιὰ τὴν ἀναθεώρηση καὶ χαλάρωση τῶν περὶ νηστείας διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας ὁ Γέροντας ἦταν ἀπολύτως ἀντίθετος. Ἔλεγε: Εἶναι τόση ἡ ἀξία τῆς νηστείας, ὥστε κι ἂν ἀκόμη δὲν εἶχε θεσπισθεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, θὰ ἔπρεπε νὰ τὴν θεσπίσει τώρα, καὶ ὄχι θεσμὸ καθιερωμένο ἀπὸ αἰῶνες, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀναδείξει τόσους Ἁγίους, νὰ ζητᾶμε νὰ τὸν καταργήσουμε ἢ νὰ τὸν ἀλλοιώσουμε!
Νηστεία καὶ πάθη
Οἱ κύκλοι αὐτοὶ χρησιμοποιοῦν ἀκόμη καὶ πατερικὲς ἀπόψεις οἱ ὁποῖες, κατ’ αὐτούς, ὑποβαθμίζουν τὴ σημασία τῆς νηστείας γιὰ τὴν πνευματικὴ εὐδοκίμηση τῶν πιστῶν, ἐν ἀντιθέσει πρὸς ὅ,τι ἔχει ἐπιβάλει ἡ πράξη τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι π.χ. ἀναφέρουν τὶς Πατερικὲς ἀπόψεις ὅτι ἡ νηστεία εἶναι ἄχρηστη, ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ φαρισαϊκὴ οἴηση, ἀπὸ καταλαλιά, συκοφαντία, μισανθρωπία ἢ ἐκδικητικότητα, ἢ ἀκόμη καὶ ἀπὸ λαιμαργία καὶ ἀμετρία στὸ φαγητό, ἔστω καὶ νηστίσιμο. Κατὰ τὸν Γέροντα οἱ θέσεις αὐτὲς τῶν Πατέρων δὲν μειώνουν καθόλου τὴν ἀξία τῆς νηστείας. Ἀντιθέτως τὴν ἀναδεικνύουν, ἀφοῦ τὴν ἀντιπαρατάσσουν πρὸς τόσο μεγάλες κακίες, ὅπως οἱ παραπάνω, οἱ ὁποῖες ἐπιστρατεύονται ἀπὸ τὸν διάβολο γιὰ νὰ τὴν ἀχρηστεύσουν. Πουθενὰ οἱ Πατέρες δὲν λένε ὅτι ὅσοι εἶναι ἀπηλλαγμένοι ἀπὸ τὶς κακίες αὐτὲς καὶ ὅσοι κοσμοῦνται μὲ τὶς ἀντίθετες ἀρετές, εἶναι ἐλεύθεροι νὰ μὴ νηστεύουν. Ἀλλὰ καὶ δὲν λένε, ὅτι ὅποιος ἔχει αὐτὲς τὶς κακίες, εἶναι περιττὸ νὰ νηστεύει, μία καὶ τότε εἶναι ἄχρηστη ἡ νηστεία. Ἀντιθέτως ἡ μὴ τήρηση στὴν περίπτωση αὐτὴ τῆς νηστείας ὑποβοηθεῖ στὴν παγίωση τῶν παθῶν αὐτῶν.
Ὁ Γέροντας εἶχε νὰ ἀπαντήσει συχνὰ σὲ προκλήσεις σχετικὰ μὲ τὴ νηστεία. Κάποτε τὸν ρώτησαν: – Ποιὸς νηστεύει καλύτερα, πάτερ, σὲ περίοδο νηστείας, αὐτὸς ποὺ τρώει δύο πιάτα ἀνάλαδη φασουλάδα, χαλβὰ κ.λπ., ἢ αὐτὸς ποὺ τρώει ἕνα αὐγὸ σφικτό; Χωρὶς περιστροφὲς ὁ Γέροντας ἀπάντησε: -Ὁ πρῶτος! Ὁ δεύτερος κάνει ἁπλῶς δίαιτα. Καὶ τὸ αἰτιολογοῦσε: -Ἡ νηστεία ἔχει δύο στόχους: τὴν ἄσκηση ἐγκρατείας στὸ σῶμα διὰ τοῦ περιορισμοῦ τῶν πλούσιων σὲ θρεπτικὲς οὐσίες τροφῶν, καὶ τὴ συμμόρφωση στὶς ἐντολὲς τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀποτελεῖ ἄσκηση γιὰ τὴν ψυχή. Αὐτὸς ὁ ὁποῖος τρώει ἕνα αὐγὸ σὲ περίοδο νηστείας, χωρὶς νὰ ὑπάρχουν λόγοι ὑγείας, ὁπωσδήποτε ἀθετεῖ τὴν ἐντολὴ τῆς Ἐκκλησίας. Σὰν αὐτοὺς ποὺ ἐπιδιώκοντας νὰ ἔχουν γιὰ λόγους καλῆς διατροφῆς ἕνα ποικίλο διαιτολόγιο τρῶνε Τρίτη καὶ Πέμπτη ὄσπρια καὶ λαχανικά, ἐνῶ Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ ἀρτύσιμα. Ἡ περιφρόνηση αὐτὴ πρὸς τὴν Ἐκκλησία εἶναι προκλητική, δεδομένου ὅτι ἡ συμμόρφωση πρὸς τὰ καθιερωθέντα ἀπὸ αὐτὴν εἶναι καὶ ἀνέξοδη καὶ εὔκολη. Νὰ τρῶνε δηλαδὴ Τρίτη καὶ Πέμπτη ἀρτύσιμα καὶ Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ τὰ νηστίσιμα. Ἔτσι καὶ τὸ ἀποτέλεσμα ἀπὸ ἀπόψεως διατροφῆς θὰ ἦταν τὸ ἴδιο καὶ δὲν θὰ γινόταν καταπάτηση τῆς νηστείας. Εἶναι προφανὲς ὅτι ὑπάρχει παχυλὴ ἄγνοια καὶ ἀδιαφορία γιὰ ὅ,τι ἔχει θεσπίσει ἡ Ἐκκλησία, ἂν δὲν ὑπάρχει τὸ ἀκόμη χειρότερο, ἑωσφορικὴ οἴηση. Ἐννοεῖται ὅτι ὁ Γέροντας δὲν εὐνοοῦσε τὴν πολυφαγία σὲ νηστήσιμες τροφὲς ἢ τὰ πολυτελῆ καὶ ἐξεζητημένα ἐδέσματα κατὰ τῆς περιόδους τῆς νηστείας, ἔστω κι ἂν αὐτὰ κατατάσσονται στὶς νηστίσιμες τροφές. Πάντοτε συνιστοῦσε λιτότητα, ἀνεξαρτήτως ἂν ὑπῆρχε νηστεία ἢ ὄχι, καὶ σὲ μοναχοὺς καὶ σὲ λαικούς. Προέβαλλε μάλιστα συχνὰ πρὸς ἔλεγχον τὸν βασανιστικὸ αὐτοπεριορισμὸ περὶ τὸ φαγητό, στὸν ὁποῖο ὑποβάλλονται τακτικὰ κοσμικοὶ ἄνθρωποι γιὰ νὰ διατηροῦν τὴ σιλουέττα τους, καὶ βέβαια ὄχι ἀπὸ λόγους ὑγείας ἀλλὰ ἐπιδείξεως.
Νηστεία καὶ ὀνομαστικὲς ἑορτὲς
Εἶχε τεθεῖ συχνὰ τὸ θέμα ἂν ἐπιτρέπεται νὰ προσφέρεται ἀρτύσιμο φαγητὸ σὲ περιπτώσεις ὀνομαστικῶν ἑορτῶν, ἐξαιρετικῶν γεγονότων, συναντήσεως φίλων κ.λπ. κατὰ τὴ διάρκεια τῶν νηστειῶν. Ὁ Γέροντας ἔλεγε ὅτι ἡ περιποίηση ἀνθρώπων εἶναι μεγάλη ἀρετή, ἡ ἐξάσκηση τῆς ὁποίας δὲν μπορεῖ νὰ ἀναστέλλεται κατὰ τὶς νηστίσιμες περιόδους. Στὸ τραπέζι ὅμως θὰ παρατίθενται ἀπαραιτήτως νηστίσιμα φαγητά. Μέσα σὲ κάποια ὅρια μπορεῖ νὰ εἶναι πιὸ περιποιημένα ἢ πιὸ νόστιμα ἂν θέλουμε νὰ τιμήσουμε κάποιους, ἀπαραιτήτως ὅμως νηστίσιμα.
Ἐπικρατεῖ σὲ πολλοὺς ἡ ἄποψη ὅτι γιὰ λόγους φιλοξενίας ἐπιτρέπεται ἡ κατάλυση τῆς νηστείας. Ὡς παράδειγμα ἀπὸ τὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας προβάλλεται ἡ τακτικὴ τῶν Πατέρων τῆς ἐρήμου ποὺ σταματοῦσαν τὴν νηστεία τους προκειμένου νὰ φιλοξενήσουν κάποιον ἢ νὰ φιλοξενηθοῦν ἀπὸ κάποιον ἀδελφό, ὅταν πήγαιναν ταξίδι.
Ὁ Γέροντας ξεκαθάριζε τὰ πράγματα: – Πουθενὰ στὸ Γεροντικό, ἔλεγε, δὲν ἐπαινεῖται κάποιος ἀσκητὴς καὶ δὲν προβάλλεται ὡς παράδειγμα ἐπειδὴ κατέλυσε τὴ νηστεία γιὰ λόγους φιλοξενίας. Αὐτὸ ποὺ ἀναφέρεται εἶναι ὅτι οἱ ἅγιοι ἐκεῖνοι ἐρημίτες καὶ ἀσκητὲς κατέλυαν τὴν προσωπική τους ἀσκητικὴ νηστεία, ποὺ ἦταν πολὺ αὐστηρότερη ἀπ’ ὅ,τι ὅριζε ἡ Ἐκκλησία. Ἔτρωγαν π.χ. λίγα ἄβραστα, μουσκεμένα ὄσπρια ἢ ὠμὰ χόρτα ἢ λίγο μουσκεμένο παξιμάδι κι αὐτὸ ὄχι κάθε μέρα, ἀλλὰ κάθε δυὸ-τρεῖς μέρες ἢ καὶ ἀκόμη ἀραιότερα. Ἂν τύχαινε, λοιπόν, νὰ φιλοξενήσουν κάποιον, τότε ἔβραζαν τὰ ὄσπρια ἢ τὰ χόρτα καὶ ἂν ἦταν μέρα μὲ κατάλυση οἰνελαίου ἔριχναν λίγο λάδι ἢ ἔπιναν καὶ λίγο κρασί. Μπορεῖ ἀκόμη νὰ πρόσθεταν λίγο κόπο παραπάνω γιὰ νὰ περιποιηθοῦν αὐτὸ τὸ λιτὸ φαγητὸ καὶ νὰ τιμήσουν ἔτσι τὸν φιλοξενούμενό τους. Μὲ ταπείνωση δὲ ἐδέχοντο καὶ οἱ ἴδιοι παρόμοια φιλοξενία τὶς ἐλάχιστες φορὲς κατὰ τὶς ὁποῖες ἔβγαιναν ἀπὸ τὸ ἀσκητήριό τους. Μόλις οἱ λόγοι τῆς φιλοξενίας ἐξέλειπαν, αὐτοὶ ἐπανέρχονταν στὴν αὐστηρὴ νηστεία τους ἢ καὶ σὲ ἀκόμη αὐστηρότερη γιὰ νὰ ἀνακτήσουν τὸ χαμένο ἔδαφος, μήπως δηλ. τοὺς ξεγελάσει ὁ ἐαυτός τους καὶ βροῦν τὴ φιλοξενία ὡς πρόσχημα γιὰ νὰ χαλαρώσουν τὴ νηστεία τους. Ὅταν κάποιος ἐρημίτης, συνέχιζε ὁ γέροντας, ὁδοιπορώντας ἐπισκεπτόταν ἄλλους ἀσκητὲς στὴν ἔρημο, αὐτοὶ τὸν κέρναγαν λίγο κρασὶ (εἴτε ἐπειδὴ ὑπῆρχε κατάλυση οἴνου εἴτε διότι ἐφάρμοζαν οἰκονομία γιὰ τὸν κόπο τῆς ὁδοιπορίας). Αὐτὸς τὸ ἔπινε εὐχαριστώντας εὐγενικά, ἀλλὰ ὅταν ἐπέστρεφε στὸ κελλί του, ἔμενε τόσες μέρες χωρὶς νερὸ ὅσα ποτήρια κρασὶ εἶχε δεχθεῖ κατὰ τὸ ταξίδι του. Ὁ ὑποτακτικός του, ποὺ τὸν λυπόταν, ὅταν ταξίδευαν μαζί, παρακαλοῦσε κρυφά τοὺς φιλοξενοῦντες νὰ μὴν τοῦ προσφέρουν κρασί.
Εἶχα ἐξομολογηθεῖ στὸν Γέροντα πρὸ ἐτῶν, θυμᾶται ἕνα πνευματικοπαίδι του, ὅτι εἴχαμε φιλοξενήσει στὸ σπίτι κάποιον ἐξάδελφο, λίγο κοσμικὸ στὸ φρόνημα σὲ ἡμέρα νηστείας καὶ γι’ αὐτὸ δὲν εἴχαμε νηστεύσει. Ὁ Γέροντας ὑπῆρξε αὐστηρός: -Τὴν μία ὁ ἐξάδελφος, τὴν ἄλλη ὁ κουμπάρος, τὴν τρίτη ὁ μπατζανάκης, μετὰ ὁ φίλος! Ἂν τὸ πάτε ἔτσι, δὲν πρόκειται νὰ νηστεύετε. Καλὰ κάνετε καὶ φιλοξενεῖτε. Αὐτὸ σᾶς τὸ συνιστῶ. Ἀκόμη καὶ σὲ μέρες νηστείας. Ἀλλὰ θὰ προσφέρετε νηστίσιμα φαγητά. Περιποιημένα καὶ νόστιμα ἂν θέλετε νὰ τιμήσετε κάποιον, ἀλλὰ νηστίσιμα. «Σήμερα», θὰ τοῦ λέτε ἁπλά, «εἶναι νηστεία, γι’ αὐτό σοῦ ἔχουμε νηστίσιμο φαγητό. Δὲν θέλουμε νὰ παραβοῦμε τὶς ἐντολὲς τῆς Ἐκκλησίας».
Πολλὰ ἀπὸ τὰ πνευματικοπαίδια τοῦ Γέροντα ἀντιμετώπιζαν προβλήματα μὲ τὴ νηστεία, ὅταν ἐλάμβαναν μέρος σὲ συνεστιάσεις φιλικὲς ἢ ἐπαγγελματικὲς (παλαιῶν συμμαθητῶν, γεύματα ἐργασίας, ἐπιστημονικὰ συνέδρια κ.λπ.). Εἶναι παρατηρημένο ὅτι στὶς σύγχρονες ἀποχριστιανισμένες δυτικὲς κοινωνίες τέτοιες συνεστιάσεις ὁρίζονται κατὰ κανόνα τὶς Τετάρτες καὶ ἰδίως τὶς Παρασκευές, διότι ἡ ἑπομένη εἶναι ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου καὶ κλείνει ἡ ἐργασιακὴ ἑβδομάδα (ὁ Γέροντας σ’ αὐτὸ διέβλεπε λανθάνουσα διαβολικὴ ἐπίδραση. «Χάθηκαν οἱ ἄλλες μέρες;», ἔλεγε). Προφανῶς κανεὶς δὲν λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν τὶς μεγάλες περιόδους τῆς νηστείας, οὔτε καὶ προνοεῖ νὰ παρατίθενται νηστίσιμα φαγητά. Ἐνδεχομένως κάποιες σαλάτες εἶναι ἡ μόνη ἐναλλακτικὴ λύση γι’ αὐτοὺς ποὺ θέλουν νὰ νηστέψουν. Ἡ γραμμὴ τοῦ Γέροντα ἦταν ἀπόλυτη: -Ἂν θέλετε νὰ λάβετε μέρος σ’ αὐτὲς τὶς συνεστιάσεις, ἔχετε εὐλογία, ἀλλὰ θὰ νηστεύετε τρώγοντας ὅ,τι νηστίσιμο βρεῖτε. Ἂν δὲν μπορεῖτε νὰ κρατήσετε τὴ νηστεία, τότε νὰ μὴ λαμβάνετε μέρος.
Λένε μερικοί:
-Δὲν νηστεύουμε ὅταν βρισκόμαστε σὲ μία συγκέντρωση γιὰ νὰ μὴ στενοχωρήσουμε καὶ σκανδαλίσουμε κάποιους μὲ τὴ στάση μας. Θὰ μᾶς σχολιάσουν. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε νὰ μὴ δείχνουμε ὅτι νηστεύουμε ὅπως οἱ ὑποκριτὲς Φαρισαῖοι; Ὁ Γέροντας ἀπαντοῦσε σ’ αὐτὸ ὡς ἑξῆς:
– Ὅταν νηστεύουμε, ὅπως κι ὅταν κάνουμε ὁποιαδήποτε καλὴ πράξη, πρέπει νὰ ἐνεργοῦμε μὲ ταπεινὸ φρόνημα, ὡς «ἀχρεῖοι δοῦλοι», ὑπακούοντας στὶς ἐντολὲς τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ τοῦτο ἀνεξάρτητα ἂν μᾶς βλέπουν ἢ δὲν μᾶς βλέπουν οἱ ἄνθρωποι. Ὅπως δὲν πρέπει νὰ ἐπιζητοῦμε τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι δὲν πρέπει καὶ νὰ φοβόμαστε τὸν ψόγο καὶ τὰ σχόλιά τους ὅταν κάνουμε τὸ καθῆκον μας πρὸς τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ ἑξαρτώμεθα στὸ θέμα αὐτὸ ἀπὸ τὸ ἐὰν κάποιος στενοχωρηθεῖ ἢ «σκανδαλισθεῖ». Ἂν ἐμεῖς κάνουμε τὸ καθῆκον μας, ἡ εὐθύνη τοῦ σκανδαλισμοῦ βαρύνει τὸν σκανδαλιζόμενο, ὁ ὁποῖος σὲ τελευταία ἀνάλυση εἴτε δὲν ἀναγνωρίζει τὴν αὐθεντία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του πάνω στὴ ζωή μας εἴτε προσπαθεῖ νὰ δικαιολογήσει τὴ δική του ἀδυναμία. Σκεπτόμαστε αὐτοὺς ποὺ θὰ «σκανδαλισθοῦν», ὅταν μᾶς δοῦν νὰ νηστεύουμε καὶ δὲν ὑπολογίζουμε αὐτοὺς ποὺ θὰ μᾶς δοῦν νὰ μὴ νηστεύουμε, γνωρίζοντας ἐνδεχομένως τὶς ἀρχὲς καὶ τὰ πιστεύω μας. Σ’ αὐτὴ τὴν τελευταία περίπτωση ἡ εὐθύνη τοῦ σκανδαλισμοῦ βαρύνει ἐξ ὁλοκλήρου ἐμᾶς, διότι ἐμεῖς εἴμαστε οἱ παραβάτες τῆς ἐντολῆς. Ἐξ ἄλλου ἂν αὐτὴ τὴ συλλογιστικὴ τὴν ἐπεκτείνουμε καὶ στὶς ἄλλες ἐντολὲς τῆς Ἐκκλησίας, καταργοῦμε ὅλο τὸν ἠθικὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Θέλω π.χ. νὰ πάω στὴν Ἐκκλησία. Πάντοτε σχεδὸν θὰ συναντήσω ἀνθρώπους στὸ δρόμο. Σκέπτομαι: «Ἂν μπῶ μέσα καὶ μὲ δοῦν, ἂν εἶναι ἄθεοι καὶ ἀντίχριστοι θὰ ἐνοχληθοῦν καὶ θὰ ἐξοργισθοῦν. Ἂν εἶναι εὐσεβεῖς πιστοί, θὰ ποῦν: Τί καλὸς Χριστιανός! Πάει στὴν Ἐκκλησία! Καὶ ὁ ἔπαινός τους θὰ μοῦ ἀφαιρέσει τὴν ὠφέλεια τοῦ ἐκκλησιασμοῦ. Ἂς μὴν πάω λοιπὸν στὴν Ἐκκλησία. Θὰ ἐκκλησιασθῶ ὅταν δὲν θὰ μὲ δεῖ κανείς». Κι ἔτσι πάει περίπατο ὁ ἐκκλησιασμός! Ποῦ ἀκούσθηκαν αὐτά; Ποιὸ Εὐαγγέλιο λέει τέτοια πράγματα;
ΠΗΓΗ