Η μάχη ενάντια στον Οικουμενισμό,
η υψίστη των μαχών.
Ὅσοι θέλουν νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὴν πικρὴ δουλεία στὸν ἐχθρὸ διάβολο ὀφείλουν νὰ ἀντιταχθοῦν στὰ θελήματά του καὶ νὰ ἀρχίσουν φανερὰ πόλεμο ἐναντίον του (Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος)
Ὁμοφυλοφιλία, ὁμοφυλοφιλική «οἰκογένεια», τρανσεξουαλικότητα, σεξουαλική
ἐπανάσταση, κτηνοβασία, παιδοφιλία, μητρικός δανεισμός, εὐθανασία, γονιδιακὴ
ἐπανάσταση, ἐκμετάλλευση, φτώχεια, πείνα, μαγεία, παγανισμός, διεθνισμός,
ἀνεκτικότητα (τί ὑποτιμητικὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο ὅρος, ἀνέχομαι κάποιον)
Παγκοσμιοποίηση, μηδενισμός, ἀναγνώριση τῶν αἱρέσεων ὡς «Ἐκκλησία»,
Οἰκουμενισμός· στὸν κόσμο ποὺ ζοῦμε διαδραματίζεται μία μάχη. Ὅποιος δὲν βλέπει
τὴν μεταφυσική, τὴν πνευματικὴ φύση αὐτῆς τῆς μάχης, ἐθελοτυφλεῖ. Ὁ πόλεμος ποὺ
εἶχε κηρύξει ὁ διάβολος ἐνάντια στον Θεό καὶ στὴν Ἐκκλησία Του ἔφθασε στὸ
ἀποκορύφωμά του. Ἡ μάχη ποὺ γίνεται τώρα μέρος εἶναι ἡ μάχη τῶν ἐσχάτων χρόνων,
ἡ ὑψίστη τῶν μαχῶν.
Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ πολεμάει ὁ σατανᾶς, ὡς ἄρχοντας καὶ ἐξουσιαστὴς τοῦ κόσμου (Ματθ. δ’ 9), τὴν ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ εἶδε, ὅτι μὲ τὴν σταύρωση, τὴν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καὶ τὴν Πεντηκοστή, τὰ γενέθλια τῆς Ἐκκλησίας καταλύεται, συντρίβεται ἡ βασιλεία του. Ὁ Χριστὸς ἦλθε νὰ «λύσει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου» καὶ νὰ ἐλευθερώσει τὸν ἄνθρωπο. Νὰ συντρίψει τὸ κράτος και τὴν δυναστεία του καὶ νὰ χαρίσει τὴν ἐλευθερία τῆς δικῆς του βασιλείας, μίας βασιλείας ἀγάπης, δικαιοσύνης, εἰρήνης καὶ ἐλευθερίας. Στὴν ἀρχὴ πολέμησε τὸν ἴδιο τὸν Χριστό: Τοῦ ἐπιτέθηκε μὲ πειρασμοὺς στὴν ἔρημο, μετὰ χρησιμοποίησε τοὺς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους ὡς πνευματικὴ καὶ τοὺς Ρωμαίους, ὡς πολιτικὴ ἐξουσία γιὰ νὰ τὸν σταματήσει. Ὅταν ὅμως μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου εἶδε τὶς πύλες τοῦ βασιλείου του συντετριμμένες καὶ τὸν ἄνθρωπο νὰ γλυστρᾶ μέσα ἀπὸ τὰ χέρια του στράφηκε «ὡς λέων ὠρυόμενος» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 8) ἐναντίον τοῦ θεανθρωπίνου σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας. Ὅπλα του στὴν ἀρχὴ ἀποτελοῦσαν οι διωγμοί. Ρωμαῖοι, Ἰουδαῖοι, εἰδωλολάτρες, φιλόσοφοι, ὅλοι στρέφονται ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Τίποτα δὲν κατάφερε. Μὲ κάθε διωγμὸ ἀντὶ νὰ ἐξαφανίζεται ἡ Ἐκκλησία αὐξανόταν καὶ πλήθαινε, μὲ κάθε νεκρό μάρτυρα βαπτίζονταν πολλαπλάσιοι Χριστιανοί.
Τότε ὁ σατανὰς ἄλλαξε τὴν τακτική του. Δὲν πολέμησε
τὴν Ἐκκλησία πιὰ ἀπὸ ἔξω, ἀλλὰ ἀπὸ μέσα, μὲ τὴν αἵρεση. Πρῶτα κυνήγησε τοὺς
μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, τώρα τοὺς χρησιμοποιεῖ γιὰ νὰ πολεμήσει τὴν Ἀλήθεια Του.
Κάθε αἰῶνα ἐμφανιζόταν καὶ μία καινούργια αἵρεση, μία καινούργια
ψευδοδιδασκαλία ἀπὸ ψευδοδιδασκάλους καὶ ψευδοποιμένες. Ὅμως καὶ αὐτὲς
ἀπέτυχαν. Μπορεῖ νὰ παρέσυραν πολλοὺς στὴν δίνη τῆς ἀνομίας τους, ἀλλὰ βρῆκαν
μπροστά τους ὡς κυματοθραύστη τὴν διδασκαλία καὶ τὸν ἀγῶνα τῶν Ἁγίων Πατέρων
καὶ ὁμολογητῶν ποὺ διέλυσαν τὰ ἀλλεπάλληλα κύματα τῶν ἐπιθέσεων τῶν αἱρετικῶν.
Ἡ Ἐκκλησία παρέμεινε, ὅπως μᾶς ὑποσχέθηκε ὁ Χριστός, Μία καὶ ἀδιαίρετη,
Καθολική καὶ Ἀποστολική. Ὁ σατανᾶς συνειδητοποίησε τότε τὸν λόγο τῆς ἦττας του:
Ὅσο ὁ Χριστιανὸς εἶναι πεπεισμένος, ὅτι ὁ βίος του σ’ αύτὸν τὸν κόσμο εἶναι ἕνας
πόλεμος, ὅσο θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του στρατιώτη τῆς πίστεως, ἀσκεῖται καὶ ὑπακούει
στοὺς στρατηγούς του, τοὺς Ἁγίους Πατέρες, ὅσο πιστεύει στὸν Κύριο καὶ στὴν
δεδομένη νίκη Του «θαρσεῖτε ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμο» (Ἰω. 16, 33), τίποτα δὲν
τὸν πτοεῖ, πολεμάει γιὰ τὴν πίστη του, τουτέστιν ὁμολογεῖ: Διωγμοί,
βασανιστήρια, μαρτύριο, οἰκογένεια, φίλοι, κοινωνία, πατρίδα (ἂς τὸ ἀκούσουν
αὐτὸ οἱ ἐθνικιστικοὶ κύκλοι ποὺ χρησιμοποιοῦν τὴν ἐκκλησία ὡς πρόσχημα γιὰ νὰ
περάσουν τὴν ἰδεολογία τους, μιᾶς καὶ γιὰ τὸν Χριστιανὸ σημαντικότερη εἶναι ἡ
οὐράνια καὶ ὄχι ἡ ἐπίγεια πατρίδα), δὲν μποροῦν νὰ τὸν κάνουν νὰ σταματήσει νὰ
πιστεύει καὶ νὰ ὁμολογεῖ τὸν Χριστό.
Ἡ Ἐκκλησία μας εἶχε φροντίσει ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ διδάξει
τὸν Χριστιανό νὰ πολεμεῖ τόσο τοὺς ἐσωτερικούς του ἐχθρούς, τὰ πάθη του, ὅσο
καὶ τοὺς ἐξωτερικούς του, τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ αἱρετικούς. Τὸ λεξιλόγιό Της
εἶναι πασιφανές:
Πρὸς Ἐφεσίους 6, 10-12: «Λοιπόν, ἀδελφοί μου,
ἐνδυναμώνεστε στὸν Κύριο, καὶ στὴν κυριαρχικὴ δύναμη τῆς ἰσχύος Του. Ντυθεῖτε
τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ σταθεῖτε ἐνάντια στὶς μεθοδεῖες
τοῦ διαβόλου. Ἐπειδὴ ἡ πάλη μας δὲν εἶναι ἐνάντια σὲ αἷμα καὶ
σάρκα, ἀλλ’ ἐνάντια στὶς πονηρὲς ἀρχές, καὶ στὶς ἐξουσίες, ἐνάντια στοὺς
κοσμοκράτορες τοῦ σκότους τούτου τοῦ αἰῶνα, ἐνάντια στὰ πνεύματα τῆς πονηρίας
χάριν τῶν ἐπουρανίων».
Πρὸς Ἐφεσίους
6:13-17: «Γι’ αυτό, ἀναλάβετε τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ
μπορέσετε νὰ ἀντισταθεῖτε κατά τὴν πονηρὴ ἡμέρα τῶν πειρασμῶν καὶ ἀφοῦ
καταπολεμήσετε τὰ πάντα, νὰ σταθεῖτε. Σταθεῖτε, λοιπόν, περιζωσμένοι τὴν ἀλήθεια, σὰν τὴν ζώνη ποὺ σφίγγουν τὴν
μέση τους οἱ πολεμιστές καὶ ντυμένοι τὸν θώρακα της δικαιοσύνης. Καὶ ὅπως οἱ πολεμιστὲς φοροῦν στὰ
πόδια τους ὑποδήματα, γιὰ νὰ τρέχουν μὲ ἀσφάλεια καὶ εὐκολία, φορέσατε καὶ ἐσεῖς τὴν ἑτοιμασία,
ποὺ ἀπαιτεῖ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς εἰρήνης. Πάνω δὲ ἀπὸ ὅλα ἀναλάβετε τὴν ἀσπίδα τῆς πίστης, μὲ τὴν ὁποία θὰ μπορέσετε νὰ
σβήσετε ὅλα τὰ πυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ. Καὶ πάρτε τὴν περικεφαλαία της
σωτηρίας, και τὴ
μάχαιρα του Πνεύματος».
Πρὸς Κορινθίους Β΄ 10, 3-4: «Ἐπειδή, ἂν καὶ περπατοῦμε
μὲ σάρκα, ὅμως δὲν πολεμοῦμε κατὰ σάρκα, ἐπειδὴ τὰ ὅπλα τοῦ πολέμου μας
δὲν εἶναι σαρκικά, ἀλλὰ
δυνατά μὲ τὸν Θεὸ γιὰ καθαίρεση ὀχυρωμάτων»
Ὁ ἄγγελος προσφώνησε τὸν ἅγ. Θεόδωρο τὸν Στρατηλάτη:
«Χαῖρε, Θεόδωρε, γενναῖε στρατιῶτα τοῦ Χριστοῦ»· τὸν ἅγ. Δημήτριο τὸν Μυροβλήτη:
«Χαῖρε Δημήτριε στρατιῶτα τοῦ Χριστοῦ, ἔχε θάρρος, ἐνδυναμοῦ καὶ νίκα
τοὺς ἐχθρούς σου»
Διαβάζουμε στὸν ὕμνο τοῦ ἁγ. Νικήτα ἀπὸ τὸν ἅγ.
Νικόλαο Βελιμίροβιτς, (Ὁ Πρόλογος τῆς Ἀχρίδος, Σεπτέμβριος): «Ἀλλὰ ὁ ἅγ.
Νικήτας ἦταν στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ καὶ κήρυξ τῆς αἰωνίου σωτηρίας».
Στὸν βίο τοῦ Ἁγ. Ἱλαρίωνα διαβάζουμε ὅτι ἄντεξε στοὺς
διωγμοὺς τῆς εἰκονομαχίας ὅλες τὶς ταλαιπωρίες «ὡς καλὸς στρατιώτης Χριστοῦ».
Στὸ ἀπολυτίκιο τῶν Ἁγίων Σαβέλ, Μανουήλ, Ἰσμαήλ: «Ὡς ἐννεάριθμον, τοῦ Λόγου σύνταγμα, ἐχθρῶν τὰς φάλαγγας,
κατετροπώσαντο, Ἴσαυρος
Φήλιξ σὺν αὐτοῖς, Ἑρμείας καὶ Περεγρίνος, ἅμα Ἰννοκέντιος, Μανουὴλ καὶ
Βασίλειος, Ἰσμαὴλ ὁ ἔνδοξος, καὶ Σαβὲλ ὁ μακάριος· καὶ στὸν οἶκο τοῦ ἁγ. Μανουήλ:
«χαίροις Θεοῦ στρατιῶτα γενναῖε».
Στὸ ἀπολυτίκιο τοῦ ἁγ. Ἐφραίμ τοῦ ἱερομάρτυρος
διαβάζουμε «ἐδείχθης ἀήττητος ὄντως Χριστοῦ Ἐφραὶμ στρατιώτης Μακάριε».
Ὁ ἅγ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης στὴν ἐπιστολή του «Γρηγορίῳ
κληρικῷ» χαιρετίζει τὸν Γρηγόριο: «Χαῖρε, στρατιῶτα Χριστοῦ».
Στοὺς ψυχοφελεῖς λόγους τοῦ ἱερομονάχου Βαρούχα τοῦ
Κρητοῦ διαβάζουμε «χαῖρε Σταυρέ, σάλπιγξ τῆς νίκης, ὅπου στέκονται ἀπὸ κάτω σου
οἱ ἀληθινοὶ στρατιῶται τοῦ Οὐρανίου Βασιλέως».
Αὐτὰ συνειδητοποίησε ὁ πανοῦργος αὐτὸς διάβολος καὶ μὲ
τὴν ἐμπειρία χιλιάδων ἐτῶν ποὺ κατέχει, ἔβαλε σ’ ἐφαρμογὴ τὸ καινούργιο του
μηδενιστικὸ σχέδιο: Νὰ σβήσει τὸ πολεμικό, ὁμολογιακὸ πνεῦμα, τὸν ζῆλο τῶν
Χριστιανῶν, νὰ τοὺς κάνει πνευματικὰ μαλθακούς χωρὶς νηστεία καὶ ἄσκηση, νὰ
ἀφήσουν τὰ ὅπλα τους νὰ σκουριάσουν ἀψηφώντας τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγ. Πατέρων,
νὰ τοὺς προωθήσει ἄλλες προτεραιότητες ἀπὸ αὐτὴ τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.
Ἡ καταστροφὴ καὶ τὸ πνευματικὸ καὶ ψυχικὸ κενό, ποὺ
ἐπέφεραν οἱ δύο παγκόσμιοι πόλεμοι τοῦ περασμένου αἰῶνα, καὶ ὁ φόβος γιὰ μία
ὀλέθρια πυρηνικὴ διένεξη ἄμβλυναν τὴν χριστιανικὴ συνείδηση καὶ ἔδεσαν τὸν
ἄνθρωπο στὶς χαρὲς τῆς ἐφήμερης ζωῆς. Ἡ τεχνολογικὴ ἐξέλιξη καὶ οἱ
επιστημονικές ἐπιτυχίες πρόσφεραν τὴν οὐτοπία τῆς εὔκολης καὶ ἄνετης ζωῆ ὡς
πραγματοποιήσιμη δυνατότητα. Ἔκαναν πιὸ εὔκολη τὴν ἐπίτευξη ἐγκόσμιων ἡδονῶν μὲ
τὴν ἀνοχὴ καὶ ἀπέκρουαν ὡς μὴ βλεπόμενες καὶ ἐλπιζόμενες τὶς μέλλουσες
πνευματικὲς ἡδονές, ὁπότε ἐμφανιζόταν ὡς μάταιη ἢ παράλογη ἡ ἀσκητικὴ ζωή, ποὺ
εἶναι ἡ πεμπτουσία τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὡς σταυρικῆς ζωῆς καὶ ὡς ἐκ τούτου ἐπῆλθε
ἡ βαθμιαία ἀλλοίωση τῆς Πίστεως, ἡ ἔλλειψη ἀγωνιστικῆς διάθεσης κι ὁμολογίας.
Καὶ καθώς, λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε σ’ αὐτὴ τὴν παγίδα κι ἀδιαφόρησε γιὰ τὰ
πνευματικὰ καὶ τὴν τήρηση τῶν Ἐντολῶν, ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ λυθεῖ ὁ διάβολος. Καὶ
«οὐαὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν, ὅτι κατέβη ὁ διάβολος πρὸς ὑμᾶς ἔχων θυμὸν
μέγαν, εἰδὼς ὅτι ὀλίγον καιρὸν ἔχει».
Ὁ ρόλος τῆς κρατικῆς ἐξουσίας καὶ ἡ κοινωνικὴ ἀδικία
ἐπέφεραν τὸν ρομαντισμὸ καὶ τὴν ἰδανικοποίηση τῆς ἀριστερᾶς ὡς λύση δικαιοσύνης· οἱ διαμάχες τῶν κρατῶν, ὁ
κομμουνισμός, ὁ φασισμὸς καὶ ὁ νεοφιλελευθερισμός ἄμβλυναν τὴν ὑγιὴ
ἐκκλησιαστικὴ κι ἐθνικὴ συνείδηση καὶ ἐπέφεραν τὸν διεθνισμὸ καὶ τὴν
παγκοσμιοποίηση· οἱ φυσικὲς καταστροφές, ποὺ ἐπέφερε ἡ ὀργιώδης ἐξέλιξη
τῆς τεχνολογίας, ἐπέφεραν τὴν λατρεία τῆς φύσης· ἡ ἀκόρεστη δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιὰ
ἡδονὴ ἐπέφερε τὴν καταστροφὴ τῆς οἰκογένειας ὡς θεσμό, τὴν διαστροφὴ καὶ τὴν
θεοποίηση τῆς σεξουαλικότητας, γκρεμίζοντας ὅρια χιλιάδων ἐτῶν· ἡ ἀπογοήτευση ἀπὸ τὸν ρόλο τῆς
ὑποτιθέμενης «Ἐκκλησίας», κυρίως τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ ἐπέφερε
τὸν Οἰκουμενισμό.
Κάθε τι, ποὺ ἦταν συνδεδεμένο μὲ τὴν Παράδοση
χαρακτηρίστηκε συντηρητικὸ καὶ ὀπισθοδρομικό. Ἡ συμφιλίωση καὶ ἡ ἀνάγκη μίμησης
τοῦ παραδείγματος τῶν Πατέρων μετατράπηκε σὲ ἔχθρα καὶ ἀποστροφή. Οἱ Πατέρες
ἀπὸ παράδειγμα ἀγάπης μετατράπηκαν σὲ «θύματα τοῦ ἀρχέκακου ὄφεως». Ἡ
ἀπολυτότητα τῆς Ἀλήθειας γιὰ ὅλους μετατράπηκε στὴν σχετικότητα καὶ στὴν
κυριαρχία τοῦ ἀτομικοῦ δικαιώματος. Ἡ σχέση μας μὲ τὸν Θεό μετατράπηκε σὲ ἔχθρα
ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς φθίνουσας κι ὀλέθριας πορείας
ἐκφράζεται συμπερασματικὰ σὲ δύο κινήσεις, μία πολιτικὴ καὶ μία θρησκευτική:
Τὴν παγκοσμοιοποίηση καὶ τὸν Οἰκουμενισμό.
Ὁ Οἰκουμενισμὸς ἀναδείχθηκε ὡς παγκόσμια θρησκεία. Ὁ
διάβολος ἔδωσε σὰν βοηθούς του τὸν ἐπισκοποκεντρισμό, τὸν γεροντισμό, τὴν
ἐκκοσμίκευση, τὴν ἐπιστημονικὴ αὐθεντία ἀντὶ τῆς πατερικῆς, τὸν δογματικὸ
μινιμαλισμό, τὴν ὀνοματοκρυπτία, τὴν μεταπατερικὴ θεολογία. Αὐτὰ ὅλα διάβρωσαν
τὰ πνευματικὰ αἰσθητήρια τοῦ ποιμνίου.Ἔτσι κατήντησε τὸ ποίμνιο ἕρμαιο
ὑποκειμενικῶν ἑρμηνειῶν καὶ ἀπόψεων μεταμοντέρνων δοκισησόφων
«πνευματικῶν», ἐπαναστατικῶν «λογίων» καὶ διεστραμμένων δημαγωγῶν. Παράλληλα
κατήντησε ἕρμαιο παραδοσιολατρῶν μίας ψεύτικης Παράδοσης, ποὺ τῆς λείπει ἡ
ἀληθινὴ ζωή, διότι ἀπομακρυνθήκαμε ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες. Κατήντησε μέσῳ τῆς
διστακτικότητας, τῆς ἀμφιβολίας καὶ τὸν «φόβο τῶν Ἰουδαίων», ποὺ τὸ διακρίνει,
συμμέτοχο τῆς ἐκπόρνευσης τῆς Ἱ. Παραδόσεώς μας, τῆς ἐμπορευματοποίησης τῶν
ὁσίων καὶ ἱερῶν, τῆς ἀναθεώρησης τῶν Παρακαταθηκῶν καὶ τῆς στήριξης τῆς
προοδοπληξίας ποὺ σείει συθέμελα τὴν Ἐκκλησία μας.
Γι’ αὐτὸ ἡ μάχη ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι ἡ
ὕψιστη τῶν μαχῶν. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι μᾶς προειδοποίησαν γιὰ τὸν ξεπεσμὸ ποὺ ζοῦμε
σήμερα. Μᾶς δίδαξαν, ὅτι οἱ σημερινοὶ Χριστιανοί, ἂν καὶ κατώτεροι τῶν
παλαιοτέρων σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς, θὰ ἔχουν τὸ προνόμιο νὰ δώσουν αὐτὴ τὴν μάχη
τῶν μαχῶν ἐνάντια στὴν μεγαλύτερη αἵρεση στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ μᾶς
εἶπαν, ὅτι ἡ μάχη αὐτὴ θὰ μᾶς ἀναλογισθεῖ ὑψηλότερη ἀπὸ τὶς μάχες τῶν μεγάλων
ὁμολογητῶν τοῦ παρελθόντος.
Κι ἐμεῖς σὰν στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ μας, ἂν καὶ χωρὶς
σύγχρονους ἐμπειροπόλεμους στρατηγούς, ἀφοῦ ὁπλισθοῦμε μὲ τὰ πνευματικὰ ὅπλα
τῆς διδασκαλίας τῶν Ἁγ. Πατέρων, ὁφείλουμε νὰ προετοιμασθοῦμε, νὰ ὁπλισθοῦμε,
νὰ πολεμήσουμε, δηλ. νὰ ὁμολογήσουμε Χριστὸ κι ὁ καθένας ἂς δώσει ὅτι μπορεῖ σ’
αὐτὴν τὴν μάχη. Αὐτὴ εἶναι ἡ μοναδικὴ ἐλπίδα τῆς τραγικῆς γενιᾶς μας νὰ
ἀκούσουμε τὴν τρομερὴ ἐκείνη στιγμὴ ποὺ θὰ βρεθοῦμε μπροστὰ στὸν Δημιουργό μας:
««Χαῖρε, στρατιῶτα Χριστοῦ».
Ἀδαμάντιος
Τσακίρογλου