Ρίζα Ιεσσαί :Tο γενεαλογικό δένδρο του Χριστού



                  


«Ρίζα Ιεσσαί»: Μια εξαίρετη επιστημονική εργασία από τον Λαρισαίο φιλόλογο και Δρ. Βυζαντινής Τέχνης Στ. Γουλούλη


Το δένδρο ή ρίζα του Ιεσσαί είναι στην ουσία μια εικονογραφική εκδοχή γενεαλογικού δένδρου η οποία αποδίδει συμβολικά την ανθρώπινη καταγωγή του Χριστού από τη βασιλική γενιά του Δαβίδ και έχει την αφετηρία της στη γνωστή προφητεία του Ησαϊα «εξελεύσεται ράβδος εκ της ρίζης Ιεσσαί και άνθος εκ της ρίζης αναβήσεται» (Ησ. 11, 1). Η εικόνα ονομάζεται «Ρίζα Ιεσσαί» επειδή η Παναγία (η οποία συμβολίζεται εν προκειμένω με τη «ράβδο», το κλωνάρι που φυτρώνει από τον κορμό του Ιεσσαί), προέρχεται, κατά σάρκα, από το γένος του προφητάνακτος Δαβίδ, του οποίου ο Ιεσσαί ήταν πατέρας. Από το πλαγιασμένο σώμα του γενάρχη Ιεσσαί φύεται ένα δένδρο. Οι άρρενες πρόγονοι του Χριστού εικονίζονται στα κλαδιά να περιβάλλουν το πολύτιμο άνθος, την Παναγία με το Βρέφος. Η εικόνα δοξάζει τη θεία γέννηση, ακριβώς όπως οι στίχοι του ύμνου των Χριστουγέννων «…ράβδος εκ της ρίζης Ιεσσαί, και άνθος εξ αυτής, Χριστέ, εκ της Παρθένου ανεβλάστησας…».

Με την ιστορικοθεολογική ανάλυση αυτής της λίαν ενδιαφέρουσας -και εξ επόψεως επιστημονικής- αγιογραφικής παράστασης, ασχολείται ο αγαπητός συνάδελφος, συντοπίτης, διευθυντής του τοπικού Γραφείου των Γενικών Αρχείων του Κράτους (Γ.Α.Κ.), φιλόλογος και διδάκτορας της Βυζαντινής Τέχνης, Σταύρος Γουλούλης, στο έργο του «Ρίζα Ιεσσαί: Ο σύνθετος εικονογραφικός τύπος (13ος -16ος αι.) – Γένεση, ερμηνεία και εξέλιξη ενός δυναστικού μύθου», το οποίο εκδόθηκε σε πολυτελή τόμο από το Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών του ΑΠΘ, στη σειρά «Βυζαντικά Κείμενα και Μελέται».

Η ρίζα του Ιεσσαί (Μονή Μολντοβίτσα) Η εν λόγω αγιογραφική παράσταση συνήθως παρουσιάζει ξαπλωμένο τον Ιεσσαί, όπου εκ του σώματός του αναφύεται κορμός δένδρου, στη κορυφή του οποίου "εν είδει" άνθους παρίσταται η βρεφοκρατούσα Θεοτόκος. Στους δε κλάδους του δένδρου απεικονίζονται κατά γενεαλογική σειρά, εκ των κάτω προς τα πάνω οι επίγειοι προπάτορες του μνήστορoς Ιωσήφ, παρεμβάλλοντας ενίοτε, αναλόγως της έμπνευσης των διαφόρων αγιογράφων, και άλλα βιβλικά πρόσωπα, κυρίως Προφήτες.

Η μεγάλη σύνθεση της Ρίζας Ιεσσαί, με την οποία ασχολείται στο έργο του ο Σταύρος Γουλούλης, είναι γνωστή από 25 περίπου παραστάσεις, από τις οποίες πιο γνωστές από την Ελλάδα είναι αυτές του ιερού ναού των Αγίων Αποστόλων Θεσσαλονίκης (περίπου στα 1330), της Λαύρας Αγίου Όρους (π. 1335), του ιερού ναού Αγ. Γεωργίου Πλατανίτη στην Ανω Βιάννο ν. Ηρακλείου (1401), του Αγ. Νικολάου στη Τσαριτσάνη ν. Λάρισας (1615), κ.α. Η παλαιότερη όμως είναι στο Sopocani Σερβίας (1260-1270), ενώ η πιο πλήρης είναι αυτή σε γλυπτό στην πρόσοψη του καθεδρικού (ρωμαιοκαθολικού) ναού της Θεοτόκου, στο Orvieto (Ουμβρία, Ιταλία, φωτ.) (π. 1310-1320).

                

Τα δομικά στοιχεία της σύνθεσης είναι: 1) ο κοιμώμενος - νεκρός Ιεσσαί, γενάρχης του βασιλικού οίκου του Ισραήλ, από τον οποίο εκφύεται συμβολικά ο γιος του Δαβίδ και όλο το δένδρο, 2) οι βασιλείς και άλλοι προπάτορες, η Θεοτόκος και ο Ιησούς Χριστός, 3) οι προφήτες, 4) οι Έλληνες φιλόσοφοι (Όμηρος, Σωκράτης, Αριστοτέλης, Πυθαγόρας, Γαληνός, Διοσκορίδης, Σίβυλλα, Σόλων, Πλάτων, Κλεάνθης, Πλούταρχος, Φίλων Ιουδαίος), 5) δεκαοκτώ σκηνές με αναπαραστάσεις ιστορικών γεγονότων και προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης.

Το πλήθος μορφών και σκηνών που αναφύονται μέσα σε πλούσιο βλαστικό περιβάλλον μιας άκανθας που φυτρώνει σε ξερό τόπο, ορίζουν έναν σύνθετο εικονογραφικό τύπο, ο οποίος αποτελεί εξέλιξη ενός άλλου πιο απλού, που αναπτύσσεται ανάμεσα στον 11ο και 15ο αι., ενώ περιέχει μόνο τον Ιεσσαί, τον Δαβίδ, τον Σολομώντα, τη Θεοτόκο και τον Χριστό, καθώς και μερικούς προφήτες, και καθόλου σκηνές.

Πάντως απλός και σύνθετος τύπος της Ρίζα Ιεσσαί αποτελούν μορφή του γνωστού θέματος του δένδρου της ζωής, ενός συμβόλου που συνδέει τον φυσικό και μεταφυσικό κόσμο ή τον κόσμο των νεκρών και έχει (στον εβραϊσμό και χριστιανισμό) εσχατολογική αναφορά. Γι’ αυτό η κατανομή των 18 σκηνών έγινε έχοντας πρότυπο τη μεγάλη λειτουργία της Αποκαλύψεως του Ιωάννη, η οποία αναλογεί (αλληγορικά) προς τη φυσική λειτουργία της άκανθας.

                       
Η εικονογραφική ανάλυση δείχνει ότι η σύνθεση, δημιουργήθηκε τον 13ο αιώνα αλλά συνοψίζει καλλιτεχνικά και ιδεολογικά πρότυπα που είναι γνωστά από την παλαιοχριστιανική περίοδο, όπως και τη βυζαντινή τέχνη. Μια πιο ειδική ματιά δείχνει ότι οι σκηνές αναπαριστώντας γεγονότα και προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης αντιγράφουν με ποιητικό τρόπο σκηνές της επίσημης ζωής των βυζαντινών ανακτόρων όπως η γέννηση στην Πορφύρα, η χρίση, η αναγόρευση (acclamatio), ο γάμος, ο νυφικός θάλαμος, ο θρίαμβος, η ταφή (θάνατος) ενός βασιλιά. Οι σκηνές είναι αναπαραστάσεις από στιγμιότυπα της ανακτορικής ζωής, που αναφέρονται στη γέννηση, εκπαίδευση, αναγόρευση, κτλ. του τιμώμενου αυτού βασιλέα, αναμφίβολα της Ρωμανίας (Βυζαντίου), η οποία εθεωρείτο ως νέος Ισραήλ, και η κυβερνώσα δυναστεία παράλληλη προς αυτή της αρχέτυπης δαβιδικής δυναστείας.

Αυτό σημαίνει ότι από τη ρίζα του δένδρου του Ιεσσαί φυτρώνει πάνω στον κορμό η βασιλεία ενός νέου αυτοκράτορα, μιας νέας δυναστείας, η οποία μπορεί να ταυτισθεί με αυτή των Λασκαριδών (1204-1258). Όπως δείχνουν μερικές εικονογραφικές λεπτομέρειες ο τιμώμενος βασιλιάς πρέπει να είναι ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις (1254-1258), ο οποίος καλλιέργησε τις επιστήμες και τα γράμματα, καθιστώντας τη Νίκαια δεύτερη Αθήνα.

Η σύναξη των 81 μορφών (=92), προπατόρων, προφητών, Ελλήνων φιλοσόφων, γίνεται με αφορμή τα εγκαίνια ενός κτιρίου, το οποίο πρέπει να ταυτισθεί με τον ναό - μαρτύριο του προστάτη της γεωργίας Αγίου Τρύφωνος στη Νίκαια, όπου ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις ενέταξε την γνωστή σχολή του, γεγονός που συνέπεσε με την επίσημη αναγόρευση (χρίση) του, πιθανότατα την ημέρα της Πεντηκοστής, της μεγάλης εγκαινιαστικής γιορτής της Εκκλησίας.