ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΥΘΗΡΩΝ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΥΘΗΡΩΝ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ



ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΕ,  ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΜΑΣ  ΑΠΑΙΤΟΥΝ
ΚΑΘΑΡΕΣ  ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ
ΔΕΝ  ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ  Η  ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ,
ΣΕ ΚΑΙΡΟ  ΑΙΡΕΣΕΩΣ
Μερικὲς ἑκατοντάδες ἀκαδημαϊκοὶ θεολόγοι, γιὰ χάρη τῆς ἐπαγγελματικῆς ἐξελίξεώς τους –ὅπως μπορεῖ νὰ συμπεράνει κανεὶς παρακολουθώντας τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων– ἀφήνουν τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη νὰ κακοποιεῖται στὰ χέρια τῶν ὀλίγιστων αἱρετικῶν πανεπιστημιακῶν καθηγητῶν, διακινητῶν τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Καὶ δυστυχῶς, αὐτοὺς τοὺς καθηγητές, οἱ περισσότεροι ἐπίσκοποι τοὺς ὑπολήπτονται ὑπερβολικὰ καὶ μερικοὶ συμπεριφέρονται ἀπέναντί τους μὲ τὸ κόμπλεξ τοῦ μαθητῆ, ἐπειδὴ αἰσθάνονται ἐλλιπεῖς ἀπέναντί τους στὸν τομέα τῆς ἐπιστημονικῆς κατάρτισης, καθόσον τὴν Πίστη τὴν ἀντιλαμβάνονται ὡς ἐξουσία καὶ γνώση καὶ ὄχι κυρίως ὡς θεία ἐμπειρία, καὶ ἐπειδή, ἐπίσης, δὲν εἶναι λίγοι οἱ ἐπίσκοποι ποὺ ἀγνοοῦν στὴν οὐσία τους τὰ δογματικὰ καὶ ἱεροκανονικὰ θέματα.  Ὡς ἐκ τούτου, θεωροῦν ἀδιακρίτως ὅλους σχεδὸν τοὺς πανεπιστημιακοὺς καθηγητές ὡς ὑπηρέτες τῆς ἱερᾶς ἐπιστήμης τῆς θεολογίας καὶ ἐλογιμότατους, καὶ τοὺς προσαγορεύουν μὲ κολακευτικὰ λόγια σὲ διάφορα συνέδρια, ἢ ὅταν τοὺς προσκαλοῦν γιὰ νὰ μιλήσουν στὸ λογικὸ ποίμνιό τους· κι αὐτὸ τὸ κάνουν, ἀσχέτως ἂν οἱ ἐν λόγῳ καθηγητὲς ἔχουν διατυπώσει ὀρθολογικὲς περὶ Πίστεως καὶ Ἐκκλησίας θέσεις, ἢ εἶναι ζηλωτὲς καὶ φανατικοὶ ὀπαδοὶ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Αὐτὴν τὴν θεολογική/ἀκαδημαϊκὴ ἀνεπάρκεια ἐπισκόπων τινῶν, ἐπανειλημμένως τὴν ἔχουν ἐπιβεβαιώσει πανεπιστημιακοὶ θεολόγοι, ἀφοῦ, ὅταν ἦσαν (οἱ ἐπίσκοποι), φοιτητές, ἐκλιπαροῦσαν τὴν βοήθειά τους, ὥστε νὰ πάρουν τὸ πτυχίο τῆς θεολογίας. Κατὰ τὴν μαρτυρία δὲ τοῦ μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεου, ὅταν σὲ συνεδρία Συνόδου προσπάθησε ὁ Ναυπάκτου νὰ ἀναλύσει θεολογικῶς κάποιο θέμα, εἰσέπραξε ἔκπληκτος τὴν διαμαρτυρία συνοδικῶν ἀρχιερέων: «Καλά, τοῦ εἶπαν, γιὰ νὰ ἀκούσουμε θεολογίες ἤρθαμε ἐδῶ;»!
Θὰ μνημονεύσουμε ἀκόμη, μία μαρτυρία θεολόγου-συνεργάτη μας, ὁ ὁποῖος, ὅταν παρότρυνε Μητροπολίτη μὲ ὀρθόδοξο φρόνημα (ἀλλὰ ἐκ φόβου(!) σιωπῶντα) νὰ ἀγωνισθεῖ κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: «Θέλω νὰ μιλήσω ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀλλὰ δὲν ἔχω ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ θέμα. Θὰ μὲ κατατροπώσουν». Ὡσὰν ὁ Χριστὸς νὰ μὴν ἔχει πεῖ: «ἐγὼ γὰρ δώσω ὑμῖν στόμα καὶ σοφίαν, ᾗ οὐ δυνήσονται ἀντειπεῖν οὐδὲ ἀντιστῆναι» (Λουκ. 21, 14).
Αὐτοί, λοιπόν, οἱ καθηγητὲς μὲ τὴν ἀκαδημαϊκὴ πανοπλία ὡς ὅπλο, μὲ τὸν ὀρθολογισμὸ καὶ μὲ τὴν συστηματικὴ μέθοδο ὡς ἐφόδιο καὶ τὸν παντεπόπτη ἐπαινετικὸ ὀφθαλμὸ τοῦ Πατριαρχείου ὡς σκέπη –καὶ ὄχι μόνον–, φαντάζουν στὰ μάτια πολλῶν ἐπισκόπων ὡς «αὐθεντίες» καὶ ὡς αὐθέντες, ἐνώπιον τῶν ὁποίων παραλύει κάθε σκέψη ἀντίδρασης τῶν ὀρθοδόξως φρονούντων ἐπισκόπων (στὴν πλειονότητά τους), ἀλλὰ καὶ πολλῶν πιστῶν.
Κρίναμε ἀναγκαία αὐτὴν τὴν εἰσαγωγή, πρὶν παραθέσουμε τὴν ἀνοικτὴ ἐπιστολή ποὺ ἀκολουθεῖ, πρὸς τὸν Μητροπολίτη Κυθήρων κ. Σεραφείμ, σχολιάζοντας τὴν ἐπιστολή ποὺ προσφάτως (23/5/2012) ἀπέστειλε πρὸς τοὺς οἰκουμενιστὲς καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης, γιατὶ διακρίναμε στὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ἕνα δισταγμὸ νὰ διατυπώσει ξεκάθαρα Ὀρθόδοξο λόγο πρὸς τοὺς πανεπιστημιακοὺς καθηγητές, τοὺς αὐθέντες καὶ «κατακυριεύοντες» τῆς Πίστεως (Α' Πέτρ. 5, 3). Ἡ ἐπιστολή του εἶχε τίτλο «Ὀφειλομένη  ἀπάντησις πρός “θεράποντας τῆς Ἱερᾶς Ἐπιστήμης τῆς Θεολογίας”».
Σεβασμιώτατε,
σφαλῶς ἀξίζετε ἐπαίνων καὶ συγχαρητηρίων, διότι τολμήσατε –ἐκεῖ ἔχουμε φτάσει!– νὰ ἀπαντήσετε στοὺς κατηγόρους σας οἰκουμενιστὲς καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. Τολμήσατε νὰ ἐπιβεβαιώσετε ὅτι, αἱρετικὲς οἰκουμενιστικὲς θεωρίες, διδάσκονται ἀπὸ Ἕλληνες Ἐπισκόπους(!) στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, καί, ἐπίσης, τολμήσατε νὰ καταγγείλετε τὶς αἱρετικὲς ἐνέργειες τοῦ Φαναρίου.
Ὅμως, ἐπειδὴ σὲ καμία περίπτωση δὲν ἐπιτρέπεται ἡ διγλωσσία, ἰδιαιτέρως σὲ καιρὸ αἱρέσεως –καὶ μάλιστα ἐν ὄψει τῆς ἐσχατολογικῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ– διότι ἡ διγλωσσία, ὄχι μόνον ἀκυρώνει τὴν ἀξία ἑνὸς ἀγωνιστικοῦ κειμένου, ἀλλὰ καὶ διότι, διὰ τῆς συγχύσεως ποὺ προκαλεῖ στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἐνεργεῖ ὑπὲρ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, γι’ αὐτὸ θεωροῦμε πὼς εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη, Σεβασμιώτατε, νὰ μᾶς διευκρινίσετε κάποια διφορούμενα σημεῖα τῆς ἀπαντήσεώς σας στοὺς καθηγητές τοῦ Α.Π.Θ. ποὺ δημιουργοῦν εὔλογα ἐρωτήματα. Στὴν παροῦσα ἀνοικτὴ ἐπιστολή μας ἀρκούμαστε νὰ ἐπισημάνουμε ἐνδεικτικὰ μόνον τὰ παρακάτω.
1. Γράφετε, Σεβασμιώτατε, ὅτι πρέπει νὰ ἐνεργήσει ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος γιὰ «τὴν ταχεία κατάργηση τῆς Οὐνίας... καὶ τὴν ἐν καιρῷ ἀναίρεσι ὅλων τῶν κακοδοξιῶν, αἱρετικῶν διδασκαλιῶν καὶ πεπλανημένων δοξασιῶν τῶν ἑτεροδόξων (π.χ. θεωρία τῶν κλάδων, θεωρία περὶ δύο πνευμόνων, θεωρία ὅτι ἐκτὸς Ἐκκλησίας ὑπάρχει Ἐκκλησία, θεωρία περὶ διῃρημένης Ἐκκλησίας καὶ τῆς μὴ ὑπάρξεως μετὰ τὸ σχῖσμα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας...)».
Μᾶς προκαλεῖ ἀπορία ἡ παραπάνω διατύπωση, Σεβασμιώτατε, γιὰ τοὺς ἑξῆς λόγους:
α) Ὅλες αὐτὲς οἱ αἱρετικὲς θεωρίες ποὺ ἀναφέρετε, ἐκφέρονται ὄχι μόνον ἀπὸ τοὺς ἑτερόδοξους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς «ὁμόδοξους» συνεπισκόπους σας. Π.χ., ἀπὸ τὸν «ὀρθόδοξο» συνεπίσκοπό σας, τὸν Μεσσηνίας κ. Σαββᾶτο, ὑποστηρίχθηκε ἡ μία ἀπὸ τὶς αἱρέσεις, τὶς ὁποῖες ἐσεῖς ἀποδίδετε σὲ ἑτερόδοξους· κι αὐτὴ εἶναι ἡ «θεωρία περὶ διῃρημένης Ἐκκλησίας», γιὰ τὴν ὁποία πρὸς στιγμὴν καὶ ἀντιδράσατε καὶ τὴν καταγγείλατε.
Ἐπίσης, ἡ «θεωρία τῶν κλάδων, ἡ θεωρία περὶ δύο πνευμόνων καὶ ἡ βαπτισματικὴ θεολογία» διδάσκονται καὶ προωθοῦνται ἀπὸ τὸν Περγάμου κ. Ζηζιούλα καὶ τοὺς περὶ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη οἰκουμενιστὲς Ἐπισκόπους.
Πῶς τώρα, αὐτὲς τὶς αἱρετικὲς θεωρίες, τὶς ἀποδίδετε μόνον στοὺς ἑτερόδοξους; Δὲν εἶναι σὰν νὰ καλύπτετε καὶ ἀθωώνετε τοὺς αἱρετικοὺς «ὁμόδοξους» συνεπισκόπους σας, ποὺ πρεσβεύουν αὐτὲς τὶς κακόδοξες θεωρίες καὶ τὶς διδάσκουν μάλιστα “γυμνῇ τῇ κεφαλῇ” μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία; Ἐνεργώντας ἔτσι, διεξάγετε καθαρὸ καὶ ἀποτελεσματικὸ ἀγῶνα κατὰ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Ἔτσι ἔκαναν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, τῶν ὁποίων τὴν μνήμη πανηγυρικὰ ἑορτάζουμε; Ἢ μὲ «θυμὸν δικαιότατον ...τοὺς βαρεῖς ἤλασαν, καὶ λοιμώδεις λύκους, τῇ σφενδόνῃ τῇ τοῦ Πνεύματος, ἐκσφενδονήσαντες, τοῦ τῆς Ἐκκλησίας πληρώματος»;
β) Ἐφόσον, λοιπόν, καταγγέλλετε ὅτι ὑπάρχουν πολλὲς αἱρέσεις στὸν ὀρθόδοξο χῶρο, οἱ ὁποῖες διακινοῦνται ἀπὸ αἱρετικοὺς ἐπισκόπους ποὺ εἶναι μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, πῶς εἶναι δυνατόν, ἐσεῖς ὡς Ὀρθόδοξος καὶ μάλιστα Ἐπίσκοπος νὰ τοὺς ἀνέχεσθε, νὰ συμπράττετε καὶ νὰ συμβιώνετε μὲ τοὺς αἱρετικοὺς αὐτοὺς συνεπισκόπους σας;
Τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ αἱρετίζοντες ἐπίσκοποι δὲν ἔχουν καταδικαστεῖ ἀκόμη ἀπὸ Σύνοδο, αὐτὸ δὲν τοὺς κάνει ὀρθόδοξους. Ἀντίθετα αὐξάνει τὴν εὐθύνη τῶν ὑπόλοιπων Ἐπισκόπων νὰ ἀγωνίζονται, ὥστε νὰ διαφυλάξουν τὸ λογικὸ ποίμνιό τους ἀπὸ τὸ μόλυσμα τῆς αἱρέσεως, καὶ ὄχι νὰ τοὺς ἀποδέχονται, ἐνῶ ἔχουν διαπιστώσει ὅτι διδάσκουν κακόδοξες διδασκαλίες· διότι, μὴ ἀποκαλύπτοντας τὴν αἱρετική τους ἰδιότητα, προκαλοῦν ἐφησυχασμὸ στοὺς πιστοὺς καὶ τοὺς δίδουν τὴν ἐντύπωση ὅτι εἶναι καὶ οἱ αἱρετίζοντες ἀξιόπιστα πρόσωπα, πὼς εἶναι κι αὐτοὶ ποιμένες, ἐνῶ στὴν οὐσία εἶναι ψευδοποιμένες καὶ «λύκοι ἅρπαγες»!!!
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀγωνίζονταν κατὰ τῶν διδασκόντων κακόδοξα καὶ κατονόμαζαν τοὺς αἱρετικοὺς πρὶν συγκληθεῖ κάποια Σύνοδος γιὰ νὰ τοὺς καταδικάσει, συνιστοῦσαν δὲ στοὺς πιστοὺς νὰ τοὺς ἀποφεύγουν παντὶ τρόπῳ.
2. Ἐν ἀρχῇ τῆς ἀπαντήσεώς σας, Σεβασμιώτατε, δηλώνετε κατὰ τὸν πλέον ἐπίσημο τρόπο, ὅτι: «Οὐδεμία γραπτὴ ἢ προφορική μου μαρτυρία ὑφίσταται, ἡ ὁποία τάσσεται κατὰ τῶν διαχριστιανικῶν μετὰ τῶν ἑτεροδόξων διαλόγων». Μὲ αὐτή σας τὴν τοποθέτηση θέλετε νὰ ἀποσείσετε τὴν κατηγορία ποὺ σᾶς προσῆψαν οἱ καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης, ἐννοώντας προφανῶς (δι’ αὐτῆς τῆς τοποθετήσεώς σας), ὅτι εἶστε ὑπὲρ τῶν Διαλόγων.
Δὲν κατανοήσατε, ὅμως, Σεβασμιώτατε, ὅτι ἡ ἀπάντησή σας δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἀκαδημαϊκοῦ χαρακτῆρος· γιὰ τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ποὺ αὐξάνετε μὲ γεωμετρικὴ πρόοδο, δὲν ἀρκεῖ μιὰ θεωρητικὴ τοποθέτηση γενικὰ γιὰ τοὺς Διαλόγους, ἀλλὰ μιὰ τοποθέτηση γιὰ τοὺς συγκεκριμένους Διαλόγους καὶ τὸν ἀντι-εὐαγγελικὸ τρόπο ποὺ σήμερα διεξάγονται· γιὰ τοὺς Διαχριστιανικοὺς καὶ Διαθρησκειακοὺς Διαλόγους ποὺ μὲ περισσὴ ἀσέβεια πρὸς τὶς ἐντολὲς τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τὴν διαχρονικὴ Παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας πραγματοποιοῦνται.
Ἄρα δὲν σᾶς ἐζητεῖτο ἡ τοποθέτησή σας γιὰ τὸ δέον γενέσθαι, ἀλλὰ ἡ ἐπὶ τοῦ πρακτέου ἐδῶ καὶ τώρα ποιμαντικὴ θέση καὶ καθοδήγησή σας πρὸς τὸ πλήρωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Καὶ ἐπ’ αὐτοῦ δὲν τοποθετηθήκατε, ἀλλὰ πάλι ἀπαντήσατε δίγλωσσα, προκαλώντας σύγχυση στοὺς πιστούς.
Γράφετε, ὅτι «βασική μου θέσις, ὡς καὶ παντὸς ὀρθοδόξου πιστοῦ, εἶναι ὅτι οἱ ἐν θέματι διάλογοι δὲν πρέπει νὰ εἶναι ἀπροϋπόθετοι, δηλ. χωρὶς τὰς ἀναγκαίας καὶ ἀπαραιτήτους θεολογικὰς προϋποθέσεις, ὅπερ συμμερίζεται ἀπολύτως καὶ ἡ Ἁγία ἡμῶν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία. Οἱ διαχριστιανικοὶ διάλογοι δέον νὰ εἶναι τίμιοι, εἰλικρινεῖς καὶ ἀληθινοί».
Ἂς θεωρήσουμε σωστὴ αὐτὴ τὴν θεωρητικὴ τοποθέτησή σας κι ἂς ἔρθουμε στὴν πραγματικότητα, στὸν πόλεμο ποὺ ἔχουν κηρύξει οἱ οἰκουμενιστὲς κατὰ τῆς «εὐσταθείας τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν». Ρωτᾶμε:
α) Οἱ διεξαγόμενοι Διάλογοι πραγματοποιοῦνται μὲ «τὰς ἀναγκαίας καὶ ἀπαραιτήτους θεολογικὰς προϋποθέσεις»; Ἀσφαλῶς ὄχι, Σεβασμιώτατε. Ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο συμβαίνει. Πρῶτον δὲν εἶναι τίμιοι, δὲν εἶναι εἰλικρινεῖς καὶ δὲν εἶναι ἀληθινοί! Μήπως θὰ μᾶς διδάξετε τὸ ἀντίθετο;
Γιὰ θυμηθεῖτε: Ἡ πρώτη προϋπόθεση γιὰ τὴν ἔναρξη τοῦ Διαλόγου ἀθετήθηκε σκανδαλωδῶς. Δὲν θὰ τὸ ἀρνηθεῖτε, γιατὶ εἶναι ἱστορικὸ γεγονός. Δηλαδή, ἐνῶ ἡ Πανορθόδοξος Διάσκεψη τῆς Ρόδου, ποὺ ἀποφάσισε γιὰ τὴν ἔναρξη τοῦ Διαλόγου μὲ τοὺς Παπικούς, ἔθεσε ὡς ἀπαραίτητο ὅρο (προϋπόθεση), ὅτι γιὰ νὰ γίνει ὁ Διάλογος πρέπει νὰ καταργηθεῖ ἡ Οὐνία, ἡ Οὐνία, ὄχι μόνον δὲν καταργήθηκε, ἀλλὰ σὲ πρώτη φάση ἀναβαθμίστηκε, καὶ σὲ δεύτερη φάση οἱ Οὐνῖτες ...συμμετέχουν(!) πλέον στὸν Διαλόγο καὶ μάλιστα ἰσότιμα!!! Θὰ μπορούσαμε νὰ ἀναφέρουμε καὶ πολλὰ ἄλλα, ἀλλὰ μένουμε μόνον σ’ αὐτό, γιὰ νὰ μὴν ἐπεκταθοῦμε πολύ.
β) Ἡ διδασκαλία σύνολης τῆς Ἁγίας Γραφῆς, Σεβασμιώτατε, ἀλλὰ καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, θέτει καὶ ἄλλη μία καθοριστικὴ προϋπόθεση γιὰ τοὺς Διαλόγους, ἡ ὁποία δὲν τηρεῖται. Κι αὐτὴ ἡ προϋπόθεση διατυπώνεται καὶ ἐκφράζεται διαυγέστατα στὴ γνωστὴ διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ» (Τίτ. γ΄ 10-11). Ἂν μάλιστα θέλετε αὐστηρότερη διατύπωση, θὰ ἀναφέρουμε ἐκείνη τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὁ ὁποῖος, ὅταν ὁμιλεῖ γιὰ τὶς σχέσεις μας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς διδάσκει: «Μὴ λέγετε αὐτοῖς χαίρειν». Καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας τίμησαν αὐτὴν τὴν προϋπόθεση καὶ τὴν ἐφάρμοσαν πλήρως καὶ διαχρονικῶς.
Ἀντίθετα, ἐνῶ ἐσεῖς μᾶς διαβεβαιώνετε, ὅτι αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις, τάχα, τὶς «συμμερίζεται ἀπολύτως καὶ ἡ Ἁγία ἡμῶν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία», στὴν πράξη συμβαίνει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Οἱ Διάλογοι γίνονται καὶ μὲ τὴ συμμετοχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, παρόλο ποὺ οἱ Παπικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες ἔχουν ἀπορρίψει ὄχι μόνο «μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν» ἀλλὰ ἑκατοντάδες νουθεσίες. Καὶ τὸ φοβερότερο (ποὺ ἀποκτᾶ σημασία ὕβρεως πρὸς τὸν Θεόν): ὄχι μόνον δὲν διορθώνουν οἱ Δυτικοὶ τὶς ἤδη ὑπάρχουσες αἱρέσεις τους, ἀλλὰ προσέθεσαν καὶ προσθέτουν συνεχῶς νέες αἱρέσεις!!!
Μπορεῖτε, Σεβασμιώτατε, νὰ μᾶς διαβεβαιώσετε ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, θὰ δέχονταν νὰ συμμετέχουν ἐπὶ δεκαετίες σὲ αὐτὸ τὸ καραγκιοζιλίκι ποὺ λέγονται Διαχριστιανικοὶ Διάλογοι;
Ἀκόμη· οἱ διαλεγόμενοι μαζί μας –τάχα «ἐπὶ ἴσοις ὅροις»– δὲν τηροῦν οὔτε αὐτὸν τὸν ὅρον τῆς ἰσότητος, ποὺ ἀπὸ συγκατάβαση ἀποδέχτηκε ἡ Ἐκκλησία μας (ὅπως ἔπεισαν τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία ὅτι πρέπει νὰ κάνει, οἱ οἰκουμενιστὲς “ὀρθόδοξοι” ἐκπρόσωποί μας). Καὶ ἐνῶ ἐμεῖς –κακῶς, κάκιστα– τοὺς δεχτήκαμε ὡς «ἀδελφὴ Ἐκκλησία», αὐτοὶ –ἀνταποδίδοντας «ἀντὶ τοῦ μάννα χολὴ»– μᾶς ὑποβάθμισαν σὲ «Ἐκκλησία μὲ ἐλλείψεις»!
Στὰ πλαίσια τοῦ Διαλόγου ἐπίσης, Σεβασμιώτατε, ξεχνᾶτε ὅτι ἀνάγκασαν παρασκηνιακὰ (παραπλανητικὰ) τὴν Ἐκκλησία μας νὰ γίνει ἱδρυτικὸ μέλος τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν; Κάνουν λάθος ὅσοι ὑποστηρίζουν, ὅτι ἡ ἰσότιμη ἔνταξη τῆς Μίας Ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σ’ ἕνα Συμβούλιο αἱρετικῶν «ἐκκλησιῶν», ἀκυρώνει πλῆθος εὐαγγελικῶν ἐντολῶν καὶ Ἱερῶν Κανόνων; Ἄραγε, δὲν ἀρνούμεθα –διὰ τῆς ἐντάξεως αὐτῆς– τὴν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅλη τὴν δισχιλιετῆ ὀρθόδοξη Παράδοση, ὅπως διακήρυξαν οἱ Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι, ὁ εὐσεβὴς κλῆρος καὶ ὁ λαὸς τὸ 2004 στὴν Θεσσαλονίκη καὶ διαβάζουμε στὰ «Πορίσματα τοῦ Διορθοδόξου Συνεδρίου γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό»;
Ἔπειτα· ἀποτέλεσμα τῶν Διαλόγων δὲν εἶναι καὶ ἡ προδοσία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὴν 9η Συνέλευση τοῦ Π.Σ.Ε. στὸ Porto Alegre (2006);  Ξεχνᾶτε ὅτι ἐκεῖ ἀποδεχτήκαμε (χωρὶς ἀντίδραση τῶν παρόντων ἐπισκόπων μας καὶ ἀργότερα τῆς Ἱ. Συνόδου) ὅτι τὴν Ἐκκλησία τὴν ἀποτελοῦν ἀπὸ κοινοῦ οἱ 350 αἱρετικὲς “ἐκκλησίες” τοῦ Π.Σ.Ε.», ἀνάμεσα στὶς ὁποῖες ἀριθμεῖται ὡς ἰσότιμος τῶν αἱρετικῶν καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία; Ξεχνᾶτε ὅτι ἀποδεχτήκαμε ὅτι ἡ πληθώρα τῶν κακοδοξιῶν τῶν “ἐκκλησιῶν” τοῦ Π.Σ.Ε., εἶναι “διαφορετικοὶ τρόποι διατυπώσεως τῆς ἰδίας Πίστης καὶ ποικιλία Χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνευματος”!
Ἐνῶ, λοιπόν, αὐτὰ τὰ τραγελαφικὰ γεγονότα συμβαίνουν, μᾶς κρατεῖ ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία δεμένους, ἐκεῖ στὸ Π.Σ.Ε., καὶ ἔρχεσθε ἐσεῖς τώρα καὶ ἰσχυρίζεσθε ὅτι ἡ «Ἁγία ἡμῶν Ἑλλαδική Ἐκκλησία» (κι ἐσεῖς ποὺ ταυτίζεσθε, ὅπως φαίνεται, μὲ τὴν στάση της) συμμερίζεται τὶς ὀρθόδοξες προϋποθέσεις τοῦ Διαλόγου;
Ἂν συμμεριζόταν ἡ Ἐκκλησία, Σεβασμιώτατε, τὶς ὀρθόδοξες προϋποθέσεις τοῦ διαλόγου, ἁπλούστατα δὲν θὰ συμμετεῖχε στὸ Π.Σ.Ε. Καμία ἀξία δὲν ἔχουν ὅσες διαβεβαιώσεις καὶ ἀνακοινώσεις ἐκδίδονται, ὅταν ἡ πράξη εἶναι ἀντίθετη.
γ) Τέλος, Σεβασμιώτατε, ρωτᾶμε: Δὲν γίνονται κατὰ τοὺς Διαλόγους συμπροσευχές, ποὺ συνιστοῦν κατάφορη  παράβαση τῶν Ἱ. Κανόνων; Γνωρίζετε πολὺ καλὰ ὅτι γίνονται. Καὶ δυστυχῶς, αὐτὸ τὸ «συμμερίζεται ἀπολύτως καὶ ἡ Ἁγία ἡμῶν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία». Ἄρα,  δὲν συμβαίνει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο, ἀπ’ ἐκεῖνα ποὺ ἐσεῖς δηλώνετε; Ἀκόμη καὶ τότε ποὺ ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας πῆρε ἀπόφαση, νὰ μὴ λάβουν μέρος σὲ συμπροσευχὲς στὴν Κύπρο οἱ ἀντιπρόσωποί μας στὴν Μικτὴ Θεολογικὴ Ἐπιτροπή, ἐνθυμεῖσθε ὅτι, τὴν ἀπόφαση αὐτή, ὁ μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Σαββᾶτος τὴν ἔγραψε «στὰ παλιά του τὰ παπούτσια» καὶ συμπροσευχήθηκε μὲ τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺς Οὐνῖτες στὴν Κύπρο! Καὶ ἡ «Ἁγία ἡμῶν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία» τὸν ἐτίμησε(!) γι’ αὐτό, διατηρώντας τον, τότε, ὡς ἐκπρόσωπό της στοὺς Διαλόγους, παρὰ τὶς πολλὲς καὶ ἔντονες διαμαρτυρίες καὶ καταγγελίες τῶν μελῶν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας!
Θὰ ἦταν παράλειψή μας, κλείνοντας, νὰ μὴν ἀναφερθοῦμε μὲ μιὰ πρόταση στὸν Μητροπολίτη Ράσκας Ἀρτέμιο.
Δυστυχῶς ἡ διγλωσσία παρατηρεῖται καὶ ὡς πρὸς τὴν ὑπόθεση τῆς ἄδικης, παράνομης καὶ ἀντικανονικῆς καθαιρέσεώς του, ἡ ὁποία ἀφορᾶ ὄχι μόνο τὸ πρόσωπό του, ἀλλὰ καὶ ὅλη τὴν Ἐκκλησία. Κι ἐσεῖς, τὸν ὑπερασπιστήκατε μὲν δι’ ἐγγράφων σας, ἀρνηθήκατε ὅμως νὰ τὸν συναντήσατε, ὅταν ἦρθε στὴν Ἑλλάδα, «διὰ νὰ μὴ θεωρηθῇ τοῦτο (ὅπως γράψατε) σύμπηξις παρασυναγωγῆς». Ὅμως κάνετε κάτι συγκριτικὰ χειρότερο (καὶ δὲν θέλετε νὰ τὸ ἐξετάσετε μὲ κριτήριο τὴν γραμμὴ τῶν Πατέρων, ἀλλὰ μὲ ἀνθρώπινη συλλογιστική): συλλειτουργεῖτε καὶ συναντᾶστε μὲ ὅλους ἐκείνους τοὺς ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι συμπροσεύχονται μὲ αἱρετικούς, μνημονεύουν αἱρετικοὺς καὶ διδάσκουν κακοδοξίες, ἐνῶ οἱ αἱρετικοὶ κατὰ τοὺς Πατέρες εἶναι ἀκοινώνητοι. Κι ἀκόμη, μὴ ξεχνᾶτε τὴν ἀπόφαση τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (στοὺς ὁποίους ἀνήκετε, Ἐγκύκλιος 2913/8-4-2011) διὰ τῆς ὁποίας ἀποδέχεται τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφαση κατὰ τοῦ Ἀρτεμίου!
Ἀλήθεια, Σεβασμιώτατε, ἂν δὲν γνωρίζαμε τὴν ἀγαθότητα τῶν προθέσεών σας, θὰ λέγαμε πὼς μᾶς περιπαίζετε. Ὅμως ἡ τοποθέτησή σας ἀποδεικνύει τὴν τεράστια καὶ καταλυτικὴ ἐπιρροὴ ποὺ ὁ Οἰκουμενισμὸς καὶ οἱ οἰκουμενιστὲς ἀσκοῦν ὄχι μόνον στὸ λογικὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ (ποὺ ὁ Κύριος σᾶς ἐμπιστεύθηκε), ἀλλὰ καὶ στοὺς εὐσεβεῖς ἐπισκόπους, ὥστε νὰ σᾶς κάνει νὰ βλέπετε μὲ καλὸ λογισμό, κραυγαλέες ἀντι-εὐαγγελικὲς πρακτικές.
Δὲν ἀρκοῦν μόνον τὰ λόγια καὶ τὰ κείμενα, κι αὐτὰ μάλιστα ἄτολμα, ἀσαφῆ, ἐπαμφοτερίζοντα, διπλωματικά. Χρειάζονται κυρίως ἔργα, ὥστε νὰ ἀφυπνιστεῖ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ –ποὺ οἱ προπαγανδιστὲς τῆς πανθρησκείας καὶ τοῦ Ἀντιχρίστου τὸν θέλουν πνευματικὰ νὰ καθεύδει– καὶ νὰ ἀντισταθεῖ ἐνεργὰ κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῶν οἰκουμενιστῶν. Χρειαζόμαστε πνευματικοὺς ταγούς, κατὰ Χριστὸν ὁδηγοὺς καὶ καθοδηγητὲς τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας Του καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας, ὅπως ὑπῆρξαν καὶ ἔπραξαν οἱ ἅγιοι καὶ θεοφόροι Πατέρες μας. Αὐτὸς εἶναι ὁ ρόλος τοῦ Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου, τοῦ εἰς τόπον καὶ εἰς τύπον Χριστοῦ εὑρισκομένου· διότι αὐτὸν τὸν ρόλο ἀνέλαβε ἀπαράσαλευτα νὰ ὑπηρετεῖ μὲ φοβεροὺς ὅρκους καὶ ὑποσχέσεις πρὸς τὸν Κύριο.
Τὰ πράγματα εἶναι ἁπλὰ καὶ καθαρά, ὅπως τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῶν ἁγίων Του καὶ τῶν μαρτύρων Του: ἢ μὲ τὸν Χριστὸ ἢ μὲ τὸν Ἀντίχριστο!
Κι ἐπειδή, Σεβασμιώτατε, (παρὰ τὸν ἀμφίσημο λόγο ποὺ χρησιμοποιήσατε στὴν ἐν λόγῳ ἐπιστολή), πιστεύουμε πὼς εἶστε –καὶ προσευχόμαστε νὰ εἶστε– μὲ τὸν Χριστό, μιμηθεῖτε τοὺς ἁγίους Του καὶ ὁδηγεῖστε τὸ λογικὸ ποίμνιό Του στὴν ὁδὸ τῆς Σωτηρίας, ποὺ μόνον ἡ Μία Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία διασφαλίζει κι ὄχι ἡ Οἰκουμενιστικὴ «Ἐκκλησία» ποὺ μὲ ζῆλο μᾶς ἑτοιμάζουν. Αὐτὸ ἐλπίζουμε κι αὐτό, μὲ ἐν Χριστῷ ἀγάπη, προσδοκοῦμε ἀπὸ ἐσᾶς!...
Δι’ εὐχῶν σας
«Φιλορθόδοξος Ἕνωσις “Κοσµᾶς Φλαµιᾶτος”»