Το χρέος του ποιμένος είναι να αγρυπνή, να διώχνει τους αιρετικούς. --Οι σύγχρονοι ποιμένες όμως ...κοιμούνται και οι αιρετικοί αλωνίζουν!

Αὐγουστίνος Καντιώτης



cf83ceb5cebb12-aceb3-nceb9cebacebfcebb «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες» (Ἑβρ. 13,17)

 

     «Ἀ­δελφοί, "πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑ­πείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυ­χῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες" (Ἑβρ. 13,17).
       Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά;

* * *

     Τὰ λόγια αὐτά, ἀγαπητοί μου, καθορίζουν τὸν κύκλο τῶν καθηκόντων ἀφ᾽ ἑνὸς μὲν τοῦ κλήρου, ἀφ᾽ ἑτέρου δὲ τοῦ λαοῦ. Ὁ κλῆρος ἔ­χει καθήκοντα, ἀλλὰ καθήκοντα ἔχει καὶ ὁ λα­ὸς τοῦ Θεοῦ. Ποιά εἶνε τὰ καθήκοντα τοῦ κλή­ρου; ποιό προπαν­τὸς εἶνε τὸ καθῆκον τοῦ ἐπισκό­που, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἡγεῖται τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ; Συνοπτικὰ λέμε, ὅτι καθῆκον τοῦ ἐπισκόπου εἶ­­νε, νὰ μένῃ ἄγρυπνος, ἀνύστακτος στὴ σκο­πιά, στὴν ἐπισκοπή του, καὶ ὅλος ὁ κλῆ­ρος στὸ ποίμνιό του. Καὶ ποιά εἶνε τὰ καθήκον­τα τοῦ λαοῦ; Μὲ μιὰ λέξι, εἶνε ἡ πειθαρχία – ὑπακοή.

     Δὲν τὰ λέμε αὐτὰ ἀπὸ ἕνα πνεῦμα ἱ­εροκρα­τίας καὶ δεσποτισμοῦ· τὰ λέμε ἑρμηνεύοντες τὰς Γραφάς. Διότι κλῆ­ρος καὶ λα­ός –ὄχι μόνο κλῆρος ἀλλὰ καὶ λαός–, κλῆρος καὶ λαός, οἱ δύο αὐτοὶ παράγοντες, σχηματίζουν – συναπαρτίζουν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅ­ταν μέσα στὴν Ἐκκλησία ὁ κλῆρος εἶνε ὑ­­πόδειγμα βίου, πρότυπο ζωῆς, ὅταν ὁ κλῆ­ρος ἐκ­­­τελῇ τὸ χρέος του, ἀγρυπνῇ ἐπὶ τοῦ ποιμνίου, κι ὅταν ὁ λαὸς εἶνε πειθαρχικὸς καὶ ὑ­πάκουος στὰ κελεύσματα τῶν ποιμένων του, τότε ὑπάρχει ἁρ­μονία καὶ εἰρήνη, ἡ ἑνότης ποὺ εὔχεται ἡ Ἐκκλησία· «καὶ (ὑπὲρ) τῆς τῶν πάν­των ἑ­νώ­σεως…», καὶ «Ἀ­γαπή­σωμεν ἀλ­λήλους, ἵνα ἐν ὁ­μονοίᾳ ὁμολογήσωμεν», καὶ «Τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως…» (θ. Λειτ.), ποὺ εἶνε τὸ κατ᾽ ἐξοχὴν αἴ­τημα τῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου ἡ­μῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (βλ. Ἰω. 17,11,21-23).
⃝ Ποιό εἶνε τὸ χρέος τοῦ ποιμένος; Νὰ ἀ­γρυπνῇ. Αὐτὸ ἐξάγεται ἀπὸ τὰ λόγια ἐκεῖνα τῆς ἁγίας Γραφῆς ὅπου οἱ ἐργάτες τῆς Ἐκ­κλησί­ας ὀνομάζονται ποιμένες, βοσκοί. Ὁ ἴδιος ὁ Κύ­ριος εἶπε· «Ἐγώ εἰμι ὁ ποι­μὴν ὁ καλός» (Ἰω. 10,11). Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὁμιλεῖ ἐδῶ, πρὸς τὸ τέλος τῆς σημερινῆς περικοπῆς, γιὰ «τὸν ποιμένα τῶν προβάτων τὸν μέγαν» (Ἑβρ. 13,20), ποὺ εἶνε ὁ Χριστός (βλ. καὶ Ἰω. 21,15-17. Πράξ. 20,28. Α΄Πέτρ. 5,1-2). Τί συνεπάγονται τὰ ῥητὰ αὐτά; Ὅτι ἐμεῖς οἱ κληρικοὶ εἴμαστε οἱ μικροὶ ποιμένες, ἀλλὰ «ὁ μέγας ποιμήν», τρόπον τινὰ ὁ ἀρχιτσέλιγγας –ἂς ἐπιτραπῇ αὐτὴ ἡ λέξι–, εἶ­νε ὁ Χριστός. Ὅπως ἕνας ἀρχιτσέλιγγας, ποὺ ἔχει πολλὰ κο­­πάδια, δὲν μπορεῖ νὰ τὰ κυβερνήσῃ μόνος του ἀλλὰ παίρνει καὶ ἄλλους βοηθούς, ἔτσι καὶ ὁ Χριστός. Ἐκεῖνος εἶνε «ὁ ποι­μὴν ὁ μέγας τῶν προβάτων»· καὶ ἀπέκτησε τὰ πρόβατά του ὄ­χι μὲ χρή­ματα, μὲ τὰ ὁποῖα μπορεῖ ν᾽ ἀγορά­σῃ κανεὶς πρόβα­τα, ἀλλὰ μὲ τὶς σταλαγματιὲς τοῦ τιμίου του αἵ­ματος· «ὁ Κύριος καὶ Θεὸς «περιεποιήσατο (δηλαδὴ ἀπέκτησε) τὴν ἐκ­κλησίαν διὰ τοῦ ἰδίου αἵμα­τος» (Πράξ. 20,28). Ἀρχιποίμην ὁ Χριστός, καὶ ποιμέ­­νες –μικρότεροι ἢ μεγαλύτεροι– ὅλοι οἱ κληρικοὶ ποὺ κυκλώνουμε τὸ ἱερὸ θυσιαστήριο.
Τί κάνει λοιπὸν ἕνας ποιμένας;
Ξυπνάει νωρίς. Πρωί–πρωί, προτοῦ νὰ βγῇ ὁ ἥλιος κ᾽ ἐνῷ τ᾽ ἀστέρια λάμπουν ἀκόμη, αὐ­τὸς βγαίνει ἀπ᾽ τὸ μαντρὶ κι ἀναζητεῖ κατάλλη­λα μέρη μὲ χορτάρι γιὰ βοσκή. Εἶδα αὐτὲς τὶς μέρες, προτοῦ νὰ βρέξῃ, ἕνα τσοπᾶνο νὰ ἀ­γωνιᾷ. Ἄχ, λέει, πάτερ μου, πότε θὰ βρέξῃ; τὰ προβατάκια μου δὲν ἔχουν χορτάρι νὰ φᾶ­νε… Πόση φροντίδα! Ζητάει τροφή, νερό, πηγές, κ᾽ ἐκεῖ τὰ ὁδηγεῖ, νὰ βοσκήσουν καὶ νὰ τραφοῦν, νὰ πιοῦν καὶ νὰ ξεδιψάσουν.
Καὶ ἐνῷ ἐκεῖνα βόσκουν, αὐτὸς τὰ φυλάει παίζοντας γλυκὰ μὲ τὴ φλογέρα του.
Μένει ἄ­γρυπνος, ἢ κοιμᾶται λίγο – κλεφτὰ ἐκεῖ κοντὰ στὰ πρόβατά του, ἕτοιμος νὰ διώ­ξῃ τὸ λύκο μὲ σφεντόνες καὶ πέτρες.
Ἔχει τσοπανόσκυλα ποὺ μέρα – νύχτα γαυγί­ζουν, γιὰ νὰ μὴ πλησιάσουν λύκος ἢ κλέφτες.
Ἀνησυχεῖ ἂν στὸ κοπάδι παρουσιαστῇ ψώρα. Βγάζει τὸ ψωριασμένο πρόβατο ἀπ᾽ τὸ μαν­τρί, γιατὶ αὐτὸ μπορεῖ νὰ μολύνῃ ὅλο τὸ κοπάδι. Τὸν βλέπεις τότε νὰ κατεβαίνῃ στὴν πόλι, νὰ ζη­τάῃ κτηνίατρο καὶ φάρμακα νὰ τὸ γιατρέψῃ.
Ὅταν ὁ ἥλιος γέρνῃ στὴ δύσι, ὁ­δη­γεῖ τὸ κοπάδι πίσω στὸ μαντρί, νὰ τὸ ἀσφαλίσῃ.
Κι ὅταν ἐπιστρέψῃ μετράει τὰ πρόβατα, καὶ ἂν δῇ ὅτι κάποιο λείπῃ, δὲν κοιμᾶται· παίρνει τὶς ῥεματιὲς καὶ τὰ λαγκάδια καὶ τὸ ζητᾷ καλών­τας το. Καὶ ὅταν τὸ βρῇ, «χαρὰ μεγάλη γίνεται» (Λουκ. 15,7) μεταξὺ ὅλων τῶν ποιμένων.
Νά, σὲ λίγες μέρες θὰ ἑορτάσου­με τὴ γέννησι τοῦ Χριστοῦ. Τὴν ἁγία ἐκείνη νύχτα στὰ Ἰεροσόλυμα, ἐνῷ ἄλλοι κοιμόντουσαν ἢ ἄλλοι γλεν­τοῦ­σαν, στοὺς λόφους τῆς Βηθλεὲμ οἱ βο­­σκοὶ ἀγρυπνοῦσαν «φυλάσσοντες φυλα­κὰς τῆς νυ­κτὸς ἐπὶ τὴν ποίμνην αὐτῶν» (Λουκ. 2,8).
Ἐὰν λοιπόν, ἀδελφοί μου, ὁ τσοπᾶνος ἐν­δι­αφέρεται γιὰ τὰ ἄλογα πρόβατά του μιὰ φορά, πόσο πρέπει νὰ ἐνδιαφερώμαστε ἐμεῖς, ποὺ φοροῦμε τὸ μαῦρο ῥάσο καὶ δώσαμε ὑ­πό­σχεσι μπροστὰ στὸ Θεὸ τὴν ὥρα τῆς χειροτονίας μας γιὰ τὰ λογικὰ πρόβατα τῆς ποίμνης τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ;
Τί πρέπει νὰ κάνουμε; Νὰ τὰ ποιμαίνουμε· νὰ τὰ ὁδηγοῦμε στὰ λιβάδια τῶν θείων Γρα­φῶν, τῶν πατερικῶν διδαχῶν καὶ τῶν συναξα­ρίων, καὶ νὰ τὰ δροσίζουμε μὲ τὸ γάργαρο νε­ρὸ τοῦ θείου λόγου, τοῦ κηρύγματος τοῦ εὐ­αγγελίου. Γιατὶ ὅταν μιὰ ἐκκλησία στερηθῇ τὴ θεόπνευστη ἀλήθεια καὶ τὴν ὀρθόδοξη διδαχή, οἱ πιστοὶ ἐξασθενοῦν καὶ γίνονται εὐ­άλωτοι σὲ λύκους καὶ κλέφτες, εἴτε δηλαδὴ σὲ ψευδο­­διδασκάλους καὶ αἱρετικούς, εἴ­τε σὲ ἀπίστους καὶ ἀθέους, εἴτε σὲ νεωτεριστὰς καινοτόμους καὶ φαυλόβιους. Τότε παρουσιάζον­ται στὸ ποί­μνιο ψυχικὰ τραύματα καὶ πνευματι­κὲς ἀ­σθένειες, πάθη καὶ πτώσεις· πλάνες, προ­­δοσίες, διαφθορὰ καὶ ἀκαθαρσία. Ὅπως λοι­πὸν ὁ τσο­πᾶνος φυλάει τὰ πρόβατα, ἔτσι πρέπει κ᾽ ἐμεῖς νὰ φρουροῦμε ἐσᾶς ἀπὸ τοὺς νο­ητοὺς λύκους. Ἡ ζωηρὴ γλῶσσα καὶ ἡ αὐστη­ρὴ φωνὴ τῶν κηρύκων εἶνε σὰν τὸ γαύγισμα τῶν ποιμε­νικῶν σκυλιῶν, ποὺ ἀποτρέπει κάθε ἀ­πειλὴ καὶ καλεῖ σὲ βοήθεια τοὺς ἄλλους συμποιμένες.
Ἀγρυπνεῖ λοιπὸν ὁ ποιμὴν τῆς Ἐκκλησί­ας, ἕτοιμος ἀκόμη καὶ νὰ συγκρουσθῇ μὲ τοὺς ἀ­πειλοῦντας τὸ ποίμνιό του, νὰ πέσῃ καὶ νὰ θυ­σιασθῇ· δὲν ἐγ­καταλείπει τὸ ποίμνιό του. Καὶ στὸ σημεῖο αὐ­τὸ θὰ σᾶς ὑπενθυμίσω ἕνα γεγο­νὸς ἀπὸ τὴν ἱ­στο­ρία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁ­ποία ἀνέδειξε ἡ­ρωικοὺς μαχητὰς ὄχι μόνο στὰ παλαιὰ χρόνια, ὅπως τὸν ἅγιο Νικόλαο ποὺ ἑ­ορτάζουμε, τὸν μέγα Βασίλειο, τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο καὶ ἄλλους, ἀλλὰ καὶ στὰ νεώτε­ρα χρό­νια. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἱεράρχας αὐτοὺς ἦ­τ­αν ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης, ὁ ὁποῖος ἔπεσε ὑπὲρ πατρίδος τὸ 1922. Πολλοί, μεταξὺ τῶν ὁποίων ὁ πρεσβευτὴς τῆς Γαλλίας, τὸν προέτρεπαν τό­τε νὰ φύγῃ καὶ νὰ διασωθῇ ἀπὸ τὴ μανία τῶν νεοτούρκων τοῦ Κεμάλ, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἀπήν­τησε· Ὄχι, θὰ μείνω, διότι τὸ Εὐαγγέλιο λέει· «Ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων» (Ἰω. 10,11). Ἔμεινε ἐκεῖ, καὶ σφαγιάσθηκε καὶ τὰ καλντερίμια τῆς Σμύρνης βάφτηκαν μὲ τὸ αἷμα του.
Τέτοιους ἱεράρχες ἀνέδειξε ἡ ἱστορία μας, ἱεράρχες ποὺ ζοῦσαν καὶ ἀνέπνεαν γιὰ τὴ δόξα τοῦ ἔθνους καὶ τὴν σωτηρία τοῦ λαοῦ.
⃝ Καὶ ποιό εἶνε τὸ χρέος τοῦ λαοῦ; Ἕνα. Δὲν τὸ λέω ἐγώ, τὸ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καὶ ὅποιος ἔχει αὐτιὰ ἂς ἀκούσῃ· «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑ­πείκετε…», μὲ μιὰ λέξι· ὑπακοή. Ὅπως τὸ παιδὶ πρέπει νὰ ὑπακούῃ στὸν πατέρα καὶ ὁ στρατιώτης στὸν ἀξι­ωματικό, ἔτσι καὶ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, ὅσοι εἶνε βαπτισμένοι «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγί­ου Πνεύματος» (Ματθ. 28,19 & μυστ. Βαπτ.) καὶ ἀποτελοῦν «τὸ μικρὸν ποίμνιον» (Λουκ. 12,32), ἔ­χουν χρέος νὰ ὑπακούουν στοὺς ποιμένες των. Καὶ μόνο μιὰ φορὰ δὲν πρέπει νὰ τοὺς ὑ­πακούουν. Πότε; ὅταν ὁ ποιμὴν πλανηθῇ ἀ­πὸ τὴν ἀλήθεια, γίνῃ αἱρετικός, καὶ κηρύττῃ λόγια ποὺ δὲν συμβιβάζονται μὲ τὴν Ὀρθοδοξία.

* * *

Τελείωσα, ἀγαπητοί μου, καὶ συνοψίζω· χρέ­ος τοῦ ποιμένος εἶνε νὰ ἀγρυπνῇ, καὶ χρέ­ος τοῦ λαοῦ εἶνε ἡ ὑπακοὴ καὶ πειθαρχία.
Δοξάζω τὸ Θεὸ γιατὶ τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ποιμνίου πειθαρχεῖ στὸν ποιμένα. ᾽Αλλὰ δυστυχῶς ὑπάρχουν καὶ μερικοὶ ἀπείθαρχοι. Ἀναστενάζω καὶ δακρύζω γι᾽ αὐτούς· ὄχι γιὰ τί­ποτε ἄλλο, ἀλλὰ γιατὶ ὁ δρόμος ποὺ βαδίζουν δὲν εἶνε καλός, καὶ πρόβατο ποὺ φεύγει ἀπὸ τὸ μαντρὶ τὸ τρώγει ὁ λύκος· ὃ μὴ γένοιτο.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου πόλεως Φλωρίνης τὴν 6-12-1969 Σάββατο πρωὶ μὲ ἄλλο τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 12-11-2019.