Ο άγ. Παΐσιος για τα μικρόβια...


     ...Θυμάμαι, καί στό Κοινόβιο είχαμε έναν μοναχό πού ως λαϊκός ήταν νωματάρχης. Τον είχαν βάλει διαβαστή, γιατί ήταν μορφωμένος. Τόσα χρόνια ήταν στό μοναστήρι καί σιχαινόταν. Πού νά άγγίξη πόμολο! Μέ τό πόδι άνοιγε τήν πόρτα ή σκουντούσε τό μάνταλο μέ τον αγκώνα καί μετά καθάριζε μέ οινόπνευμα τό μανίκι πού τό ακούμπησε! Ακόμη καί τήν πόρτα της εκκλησίας μέ το πόδι τήν άνοιγε. Και επέτρεψε ό Θεός, όταν γέρασε, να σκουληκιάσουν τά πόδια του, ιδίως το ένα με το όποιο άνοιγε τις πόρτες... 
Και έβλεπες, εκεί στο Κοινόβιο μερικοί νέοι μοναχοί πήγαιναν και έτρωγαν άπό τό περίσσευμα πού άφηναν στά πιάτα τους τά γεροντάκια, γιά νά πάρουν ευλογία! Μάζευαν τά περισσεύματα των κλασμάτων. Ή άλλοι ασπάζονταν τό πόμολο, γιατί τό ακούμπησαν οι Πατέρες, και αυτός, όταν προσκυνούσε τις εικόνες, μόλις πού ακουμπούσε τό μουστάκι του στην εικόνα.
Και τό μουστάκι τί θά τραβούσε μετά μέ τό οινόπνευμα!


– Όταν, Γέροντα, κάτι τέτοιο γίνεται σε ιερά πράγματα, δέν είναι άνευλάβεια;
– Μά από’ κει ξεκινάει κανείς και φθάνει πιο πέρα. Έφθασε στο σημείο νά μήν προσκυνάη, γιατί φοβόταν μήπως εκείνος πού προσκύνησε πριν άπό αυτόν τήν εικόνα είχε καμμιά αρρώστια!
– Δηλαδή, γιά νά μή σιχαίνεται κανείς, δέν πρέπει νά δίνη σημασία;
-Τις σαβούρες πού τρώνε οι άνθρωποι δεν τις βλέπουν! Αμα κάνη κανείς τον σταυρό του, είτε φοβία έχει είτε νοσοφοβία, βοηθάει μετά ό Χριστός. Έκεί στό Καλύβι πόσοι περνάνε πού έχουν διάφορες αρρώστιες! Και μερικοί απλοί κάνουν τον σταυρό τους, οι καημένοι, παίρνουν το κύπελλο πού έχω έκεί και πίνουν νερό. Οι άλλοι πού φοβούνται δεν το αγγίζουν. Ήρθε πριν από λίγες μέρες κάποιος πού είχε πολύ μεγάλη θέση σε κάποια υπηρεσία.
Τόσο φοβάται ό καημένος τά μικρόβια, πού έχει ασπρίσει τά χέρια του, γιά νά τά καθαρίζη με τό οινόπνευμα. Ακόμη και τό αυτοκίνητο του τό τρίβει με οινόπνευμα! Τον λυπήθηκα!
Ξέρεις τί είναι νά εχη τέτοια θέση και νά κινήται έτσι; Του έδωσα λουκούμι, και δεν τό πήρε, επειδή τό έπιασα. Άλλα και στό κουτί νά ήταν, πάλι δεν θά τό έπαιρνε, γιατί θά σκεφτόταν ότι και στό κουτί θά τό έβαλε κάποιος άλλος με τά χέρια του. Παίρνω τό λουκούμι, τό τρίβω στά παπούτσια του και τό τρώω. Τού έκανα κάμποσα τέτοια και τρόμαξα νά τον κάνω νά έλευθερωθή λίγο από αυτό. Νά, και σήμερα ήρθε εδώ μιά κοπέλα πού είχε νοσοφοβία. Και όταν μπήκε μέσα δεν πήρε ευχή, γιατί φοβόταν μήν κόλληση μικρόβια, και όταν έφυγε, έπειτα από τόσα πού της είπα, γιά νά τήν βοηθήσω, πάλι δεν πήρε ευχή.
¨Δεν σου φιλώ τό χέρι, μοϋ λέει,γιατί φοβάμαι μήν κολλήσω μικρόβια! Τί νά πής; Κάνουν έτσι μαύρη τήν ζωή τους.


 «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥΛΟΓΟΙ Γ΄ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ
Πηγή: Εδώ.