Η δολοφονία της πίστης των μαθητών

  

Παναγιώτη Τσαγκάρη

Καθηγητή Θεολόγου, Υπ. Δρ. Θεολογίας,

Γενικού Γραμματέα της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων

 Η Υπουργός Παιδείας κ. Νίκη Κεραμέως έβαλε εγγράμματους, επιστήμονες της Θεολογικής Επιστήμης(!) και συνέταξαν καινούργια Προγράμματα Σπουδών και βιβλία του μαθήματος των Θρησκευτικών τα οποία αντικατέστησαν τα κατηργημένα από το Συμβούλιο της Επικρατείας Προγράμματα και βιβλία των προηγούμενων Υπουργών Παιδείας Φίλη και Γαβρόγλου της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.

Πολλοί ήταν εκείνοι, που κοιτάζοντας με μια πρώτη γρήγορη και επιφανειακή ματιά τα νέα βιβλία είπαν, ότι, εφόσον αφαιρέθηκαν από αυτά τουλάχιστον τα θρησκειολογικά στοιχεία, έχουν τρόπον τινά καταστεί ορθόδοξα. Σε αυτή την συμβιβαστική θέση, σε σχέση και με την τόσο σημαντική υπόθεση της χριστιανικής αγωγής των παιδιών, θα απαντήσουμε, χρησιμοποιώντας μια φράση του θυμόσοφου λαού μας, λέγοντας ότι αυτό που έγινε με τα νέα βιβλία του μαθήματος των Θρησκευτικών είναι σαν να «έβγαλε τα ρούχα του ο Μανωλιός και τα έβαλε αλλιώς»!

Σε εκείνους που καλοπροαίρετα θα αντιτείνουν, «μα γιατί τόση ειρωνεία και άρνηση απέναντι στα νέα βιβλία του μαθήματος των Θρησκευτικών;» θα απαντήσουμε με ευθύτητα, λέγοντας ότι δεν μπορούμε να σωπαίνουμε άλλο πλέον, απέναντι στη συντελούμενη εδώ και χρόνια, προσπάθεια δολοφονίας της πίστης των ορθοδόξων μαθητών.

Μήπως όμως, πάλι, γινόμαστε ανυπόφορα υπερβολικοί, μιλώντας για «δολοφονία της πίστης των ορθοδόξων μαθητών»; Καθόλου, διότι και τα νέα βιβλία του μαθήματος των Θρησκευτικών τα συνταγμένα από γραμματιζούμενους και σπουδαγμένους στην ιερή Επιστήμη της Θεολογίας καθηγητές(!) και τα οποία συνεχίζουν όπως και τα προηγούμενα επί ΣΥΡΙΖΑ,  να στηρίζονται κατά κύριο λόγο επάνω στο ιδεολογικό και επιστημονικό πλαίσιο του θρησκευτικού εγγραμματισμού και γενικά σε έντονα αμφιλεγόμενες και μη κοινά αποδεκτές παιδαγωγικές και θεολογικές θεωρήσεις, εν τοις πράγμασι δείχνουν ότι δεν εκπληρώνουν τις προϋποθέσεις που είναι ανάγκη να έχει ένα μάθημα Θρησκευτικών για να είναι πραγματικά ορθόδοξο και να αναπτύσσει την ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση των μαθητών. Και αυτό αφορά τόσο στο διανοητικό και μορφωτικό επίπεδο των μαθητών στους οποίους απευθύνεται όσο και στις πραγματικές θρησκευτικές αλλά και παιδαγωγικές ανάγκες των μαθητών.

Πιο απλά θα λέγαμε, ότι  άλλο πράγμα είναι κάποιος να διαβάζει από λογοτεχνικό ενδιαφέρον τα νέα βιβλία του μαθήματος των Θρησκευτικών και να θεωρεί ότι περιέχουν ενδιαφέροντα λογοτεχνικά και ορθόδοξα θεολογικά κείμενα και άλλο πράγμα είναι αυτά τα κείμενα να διδάσκονται σε παιδιά-μαθητές ως διδακτέα ύλη. Θεωρούμε λοιπόν, ότι η ύλη των νέων βιβλίων του μαθήματος των Θρησκευτικών αλλά και ο τρόπος με τον οποίο προσφέρεται, χωρίς να υπάρχει δηλαδή, η λογική και ιστορική συνέχεια και συνάφειά της, είναι παιδαγωγικά παντελώς ακατάλληλη για να εμπνεύσει στους μαθητές τα μηνύματα της ορθόδοξης πίστης και να τους πείσει, ώστε να αγαπήσουν αυτό που καλούνται να μελετήσουν, να μάθουν και να βιώσουν.

Ας μην σχολιάσουμε καν το γεγονός ότι πολλοί γονείς, όπως οι ίδιοι μας γνωστοποιούν, αδυνατούν κι εκείνοι να κατανοήσουν πολλά από τα κείμενα που παρατίθενται ως «πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένοι» μέσα στα νέα βιβλία των Θρησκευτικών!

Όσο λοιπόν και αν καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες ο κάθε Θεολόγος καθηγητής να παρουσιάσει ελκυστικό το μάθημα των Θρησκευτικών, όταν δεν υποστηρίζεται η εκπαιδευτική διαδικασία και από ένα αξιόπιστο, εύχρηστο και λειτουργικό εκπαιδευτικό εγχειρίδιο, το αποτέλεσμα είναι οι μαθητές να απογοητεύονται από το σχολικό βιβλίο, όπως δηλαδή συμβαίνει τώρα και με τα νέα βιβλία του μαθήματος των Θρησκευτικών που καλούνται να μελετήσουν και έτσι, σιγά-σιγά αλλά σταθερά, μέρα με τη μέρα, να γκρεμίζεται μέσα στον πνευματικό τους κόσμο κάθε καλή εικόνα για την ορθόδοξη πίστη τους.

Για να γίνει όμως, πλήρως αντιληπτός ο ρόλος του βιβλίου στην πνευματική συγκρότηση των παιδιών-μαθητών αρκεί να παραθέσουμε ένα συγκλονιστικό κείμενο-ομολογία με τίτλο «ΕΝΑΣ ΦΡΙΚΤΟΣ ΦΟΝΟΣ» που αναφέρει στο βιβλίο του «Μηνύματα από τη “ΛΥΧΝΙΑ”» ο π. Βαρνάβας Λαμπρόπουλος:

«Ο λογοτέχνης Θανάσης Πετσάλης-Διομήδης (τιμημένος με Αριστείο Γραμμάτων της  Ακαδημίας  Αθηνών) σε ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο του («Διάλογοι με τον εαυτό μου») μιλάει για την καταστροφική επίδραση που είχε στην ψυχή του η μελέτη ενός βιβλίου, που το διάβασε στα εφηβικά του χρόνια. Επρόκειτο για το βιβλίο ενός άθεου υλιστή γερμανού φιλοσόφου, του Μπύχνερ. Εξομολογείται, λοιπόν, ο Πετσάλης: “Το βιβλίο του γερμανού υλιστή φιλοσόφου ανατάραξε τον εσωτερικό μου κόσμο ως τα μύχια. Και έσκαψε μέσα μου ένα ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΚΕΝΟ, όπου θάφτηκαν όλα όσα πίστευα ως τότε. Θάφτηκαν ανεπανόρθωτα, αν μπορώ να εκφραστώ έτσι. Είχε γίνει εντός μου Ο ΦΡΙΚΤΟΣ ΦΟΝΟΣ. Ο Θεός των παιδικών μου χρόνων ήταν νεκρός!

Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια, να περάσω από άλλες ανησυχίες και αγωνίες, να γευθώ την πικρή ματαιότητα των εγκοσμίων για να γυρίσω από αυτή την ΤΕΘΛΑΣΜΕΝΗ στην αναζήτηση του Θεού. Αλλά και σήμερα, μετά από όλα αυτά, έρχονται στιγμές, που θα ήθελα να μπορούσα να γονατίσω, να κάνω την προσευχή μου, να κάνω τον σταυρό μου σαν το μικρό παιδί.

ΔΥΣΤΥΧΩΣ — ζύγισα καλά την λέξη και ξαναλέω: Δυστυχώς — ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΠΙΑ... “

Είναι όντως συγκλονιστική η ομολογία του διαπρεπούς λογοτέχνη. Μιλάει για τον φρικτό φόνο του Θεού μέσα στην καρδιά του, όταν ήταν παιδί. Ένα φόνο, του οποίου τις συνέπειες τις «πλήρωνε» μέχρι τα γεράματά του. Παρ’ όλη την μεταστροφή του, είχε ΑΝΕΠΑΝΟΡΘΩΤΑ (όπως λέει ο ίδιος) σακατευθεί η δυνατότητα γνήσιας επικοινωνίας του με τον Θεό. Η δυνατότητα της σωστής προσευχής».

Και το ερώτημα είναι: Αν ένα θεωρητικό βιβλίο αθεΐας και υλισμού διαπράττει ένα τόσο φρικτό φόνο της θρησκευτικής συνείδησης στην καρδιά ενός παιδιού, πόσο πιο φρικτό και πιο «αποτελεσματικό» φόνο του Θεού μπορεί, άραγε, να διαπράξει στις παιδικές (και όχι μόνο) ψυχές η διδασκαλία των μεταβατικών βιβλίων των Θρησκευτικών της κ. Κεραμέως, που περιέχουν μια τέτοια ιδεολογική και ουδετερόθρησκη «ορθοδοξία», η οποία καταφέρνει πραγματικά με έμμεσο αλλά μαεστρικό τρόπο να απομακρύνει τους μαθητές από την αληθινή και έμπρακτη πίστη και αγάπη προς τον Τριαδικό Θεό;