α) Ο άνθρωπος επιθυμεί πάντοτε να αποφεύγει ο,τιδήποτε προκαλεί πόνο και οδύνη. Αντιστέκεται σε ότι επιφέρει θλίψεις και δοκιμασίες. Και η επιθυμία αυτή ανταποκρίνεται προφανώς στη φύση του ανθρώπου και τη θεία καταγωγή του, αφού δημιουργήθηκε εξαρχής «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Θεού, αυτεξούσιος και ελεύθερος, δίκαιος και πνευματοφόρος, πρόσωπο μοναδικό και ανεπανάληπτο. Πλάσθηκε για τη ζωή κι όχι για το θάνατο, ενώ παράλληλα χορηγήθηκε σε αυτόν η δυνατότητα μετοχής στην αφθαρσία και τη μακαριότητα, στη ζωή του Τριαδικού Θεού της αγάπης.
β) Στον Παράδεισο, σύμφωνα με τη βιβλική διήγηση, πριν την πτώση δεν υπήρχε πόνος, οδύνη και στεναγμός. Αυτά προέκυψαν ως αποτέλεσμα παράχρησης της ελευθερίας και της συνακόλουθης αστοχίας του ανθρώπου. Η πορεία αυτή είχε πανανθρώπινες διαστάσεις, αφού εισήλθε στον κόσμο η οδύνη, ο πόνος, η ασθένεια, η φθορά και ο θάνατος, που κληροδοτήθηκαν έκτοτε σε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Η φθαρτότητα και η θνητότητα διακρίνονται εντονότερα στη γέννηση και το θάνατο. Με πόνους και ωδίνες έρχεται ο άνθρωπος στον κόσμο. Με αγωνία και οδύνη τον εγκαταλείπει.
γ) Όμως, στο διάστημα της παρούσας ζωής δίδεται η ευκαιρία να ξεπεραστούν και να αξιοποιηθούν θετικά τα λυπηρά της ζωής. Δηλαδή, να γίνουν αφορμή αυτογνωσίας, πηγή δημιουργικής δράσης και αφετηρία ισχυροποίησης της θέλησης για αναζήτηση του αρχαίου κάλλους, του απολεσθέντος παραδείσου. Οι θλίψεις και οι δοκιμασίες εάν αξιοποιηθούν θετικά, ελευθερώνουν από τις συνέπειες της πτώσεως. Αυτό όμως γίνεται με ασκητικά αθλήματα που έλκουν τη θεία χάρη στην καρδιά του χριστιανού.
δ) Γράφει ο όσιος Παΐσιος: «Η ζωή δεν είναι κατασκήνωση· έχει χαρές έχει όμως και λύπες. Τα χτυπήματα των δοκιμασιών είναι απαραίτητα για τη σωτηρία της ψυχής μας, γιατί αυτά λαμπικάρουν την ψυχή. Όπως συμβαίνει με τα ρούχα· όσο τα τρίβουμε όταν τα πλένουμε, τόσο καλύτερα καθαρίζουν… Οι άνθρωποι που τους χτύπησαν μερικοί βαρδάρηδες –δοκιμασίες-, είτε γιατί το επέτρεψε ο Θεός, για να τους φρενάρη, είτε από φθόνο του πονηρού, χρειάζονται μετά πολλές λιακάδες και δροσιά πνευματική, για να ανθίσουν και να καρποφορήσουν».
ε) Ο δε όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ γράφει: «Ο πόνος αυτός είναι γεμάτος νόημα. Χάρη στον πόνο αυτό γίνομαι εύσπλαχνος και βλέπω εν πνεύματι όλους τους άλλους που πάσχουν· κατέρχεται μέσα μου θεία αγάπη, κατ’ αρχήν ως ευσπλαχνία προς όλη την κτίση, στον δε μέλλοντα αιώνα ως μακαριότητα στη θέα των σεσωσμένων μέσα στην ΄Αφθαρτη Δόξα». Η άφθαρτη αυτή δόξα του Παραδείσου είναι δύσκολο να περιγραφεί με ανθρώπινους λόγους, να εκφρασθεί με κτιστά ανθρώπινα ρήματα. Και αυτό φαίνεται από τη μαρτυρία του Αποστόλου Παύλου στην προς Κορινθίους Επιστολή (Β΄ Κορ. 12,1 κ.ε.). Ο Απόστολος στην περικοπή αυτή αναφέρεται στις οπτασίες και αποκαλύψεις που είχε, όταν αξιώθηκε να φθάσει μέχρι τρίτου ουρανού. Ανυψώθηκε και μεταφέρθηκε στον παράδεισο κι άκουσε λόγια, που δεν μπορεί να εκφράσει ούτε επιτρέπεται να αναφέρει άνθρωπος. Η θαυμαστή εμπειρία του Παραδείσου τον καθιστά εκστατικό και αδύναμο να περιγράφει τα θεία κάλλη. Η εμπειρία αυτή, που ήταν συγκλονιστική, κατέστη δυνατή χάρη στην κοινωνία με τον Χριστό. Διότι όποιος κοινωνεί πραγματικά με Αυτόν, οδηγείται στη θεογνωσία. Και αληθινή θεογνωσία σημαίνει μετοχή στην αιώνια ζωή (βλ. Ιωάν. 17,3).
στ) Εκπλήσσει το γεγονός, ότι ο θείος Απόστολος λίγο πιο κάτω δεν καυχιέται τόσο για τη θαυμαστή γεύση του παραδείσιου κάλλους, όσο για τον «σκόλοπα» της σαρκός του και τις «ασθένειές» του. Γράφει: «Για να μην υπερηφανεύομαι, ο Θεός μου έδωσε ένα αγκάθι στο σώμα μου, έναν υπηρέτη του σατανά να με ταλαιπωρεί, ώστε να μην υπερηφανεύομαι. Γι’ αυτή την αρρώστια τρεις φορές παρεκάλεσα τον Κύριο να τη διώξει από πάνω μου. Η απάντησή του ήταν, Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα σ’ αυτή την αδυναμία σου… Και καταλήγει: Γι’ αυτό χαίρομαι για τα παθήματά μου, τις βρισιές, τις θλίψεις, τους διωγμούς και τις πιέσεις που πέρασα για χάρη Του. “Όταν γαρ ασθενώ, τότε δυνατός ειμί”» (12,10).
ζ) Ο Απόστολος του Θεού καυχιέται, όχι επειδή έφθασε μέχρι τρίτου ουρανού, αλλά για τις ανθρώπινες δοκιμασίες και ασθένειες. Δεν είναι γνωστό σε τι συνίσταται ο «σκόλοπας» που τον ταλαιπωρούσε. ΄Ισως ήταν οι θλίψεις και ταλαιπωρίες που καταπόνησαν το σώμα του στη διάρκεια του αποστολικού του έργου. ΄Ισως ήταν κάποια πρόσωπα που αντιστάθηκαν στη διδαχή του, ή ακόμη και κάποια σωματική ασθένεια. Σε κάθε περίπτωση εκείνος καυχιόταν για τους πειρασμούς και τις δοκιμασίες αυτές. Με την υπομονετική αντιμετώπισή τους γινόταν δόκιμος, για να κατασκηνώσει επάνω του η δύναμη του Χριστού.
η) Στις μέρες μας ζούμε σε πρωτόγνωρες συνθήκες. Μήπως όλα αυτά που βιώνουμε πρέπει να μας συνεφέρουν από το θρησκευτικό μας βόλεμα και με ολοκάρδια μετάνοια και ταπείνωση να αναζητήσουμε αυθεντικές κι όχι επιφανειακές μορφές πνευματικής ζωής; Ο Απόστολος Παύλος και οι άγιοι του Θεού μπορούν να γίνουν οδοδείκτες στην πορεία μας για την ανάκτηση της θείας Χάριτος. Αρκεί να συνέλθουμε και να δούμε τον έσω άνθρωπο, να λαμπικάρουμε τις καρδιές μας από το «ειδεχθές προσωπείο των παθών», για να βγούμε στη «λιακάδα του Θεού».
Πρωτοπρ. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.