O Ρώσος γεωλόγος και γεωγράφος Τσίχατσεφ, ο οποίος επισκέφθηκε αρκετές φορές για τις έρευνές του τον Πόντο, δημοσίευσε το 1858 στην εφημερίδα «Nord» των Βρυξελλών το παρακάτω άρθρο:
«Οι κάτοικοι στα πρωτόγονα χωριά της περιοχής Κερασούντας, Τρίπολης και Αργυρούπολης παρουσιάζουν ένα περίεργο φαινόμενο. Η εθνικότητα των κατοίκων είναι μεικτή. Αυτοί φανερά ανήκουν στο Ισλάμ. Σε δημόσια μέρη μιλούν τουρκικά. Κρυφά, όμως, λατρεύουν την τελετή της ανατολικής ελληνικής Εκκλησίας. Στο σπίτι μιλούν ελληνικά και ο καθένας έχει δύο ονόματα. Έτσι, αν κάποιος απ' αυτούς παρουσιάζεται με ένα άσπρο ή πράσινο τουρμπάνι και ονομάζεται Μεχμέτ ή Σελίμ, το βράδυ στο καλυβόσπιτό του ή σε κρυφές σπηλιές, αυτός ενώνεται με τους ομόθρησκούς του για να συμμετάσχει κρυφά στην τελετή της χριστιανικής θρησκείας κάτω από την καθοδήγηση του παπά. Εδώ οι άνθρωποι μιλούν ελληνικά και ονομάζονται Πέτρος, Γεώργιος ή Συμεών...
“Τον καιρό της παραμονής μου στην Κερασούvτα, μ' επισκέφτηκε ο Μουσουλμάνος Σουλεϊμάν. Εάν αυτός δεν επέμενε τόσο πολύ να μου μιλήσει, εγώ θα αρνιόμουν να τον δεχτώ, γιατί δεν είχα ούτε καιρό ούτε διάθεση να λογομαχώ μ' έναν Μουσουλμάνο πάνω σε θέματα του Κορανίου. Όταν όμως ο ψευτο-ιερωμένος Μουσουλμάνος Σουλεϊμάν με πληροφόρησε ότι συγχρόνως είναι και Έλληνας ιερέας με το όνομα Παρθένιος, η έκπληξή μου ήταν μεγάλη. Ακριβώς γι' αυτό είχε αποφασίσει να μ' ενοχλήσει.
Αυτός με παρακάλεσε ως χριστιανός να τον βοηθήσω να βγει από μια τρομερά δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκεται: Τη βοήθεια τη χρειάζομαι εγώ, μου είπε ο γέρος, και ένα χοντρό δάκρυ κύλησε στα άσπρα μακριά και μεταξωτά γένια του. Εμένα δε μου έμεινε πολύς καιρός να ζήσω και μπορώ να συνεχίσω κρυφά να υπηρετώ τον δικό μου Θεό, έτσι όπως τον υπηρετώ σχεδόν 70 χρόνια. Έχω, όμως, μια κόρη την οποία μπροστά στον κόσμο τη φωνάζω Φατιμέ, όμως όταν είμαστε οι δυο μας, προφέρω το όνομά της, Σοφία. Εγώ πρέπει να γλιτώσω το αγνό αυτό πλάσμα. Ήρθε ο καιρός να παντρευτεί και δεν μπορώ πολύ καιρό ακόμη να αρνούμαι να τη δώσω στους Μουσουλμάνους, που άκουσαν πολλά για την ομορφιά της. Μεταξύ τους υπάρχουν και παντοδύναμοι Μουσουλμάνοι. Εγώ νιώθω ότι δεν θα επιζήσω εκείνη τη μέρα, όταν ο Τούρκος που θα την παντρευτεί θα κλείσει τον άγγελό μου στο χαρέμι. Σας παρακαλώ να βοηθήσετε την καημένη μου Σοφία κι έναν συγγενή συνοδό της, κι αυτός χριστιανός, να περάσουν στην Κριμαία, στην Τιφλίδα ή σε κάποια άλλη χριστιανική χώρα. Θα του δώσω λεφτά, για να εξασφαλίσει την ύπαρξη της κόρης μου και θα αφιερώσω την υπόλοιπη ζωή μου στις προσευχές παρακαλώντας τον Θεό να ανταμείψει την καλοσύνη σας.
«Τα λόγια του γέρου με συγκίνησαν βαθιά, γράφει ο Τσίχατσεφ, κι εγώ βιάστηκα να κάνω ό,τι μπορώ κι ό, τι μου επέτρεπε η θέση μου για την κόρη του ιερέα Παρθένιου».